Έκθεση - αφιέρωμα στην ιστορία και τον πολιτισμό του ποντιακού ελληνισμού επιμελείται και παρουσιάζει στο ευρύ κοινό ο Καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, κ. Κωνσταντίνος Φωτιάδης. Η πολυθεματική Έκθεση, που φέρει το γενικό τίτλο ‘Πόντος – Δικαίωμα στη Μνήμη’, έχει ήδη ταξιδέψει στη συμπρωτεύουσα και σε πολλούς Δήμους της Β. Ελλάδας με πιο πρόσφατο σταθμό το Ιστορικό και Παλαιοντολογικό Μουσείο Πτολεμαΐδας. Παράλληλα, το υλικό της Έκθεσης έχει μεταφραστεί και προβάλλεται ήδη σε δύο εκθέσεις στη Ρωσία, ενώ θα ακολουθήσουν παρουσιάσεις και σε άλλες χώρες του εξωτερικού. Στην Ελλάδα, η Έκθεση θα φιλοξενείται στην Αττική, στο Δήμο Αχαρνών, από 6 – 28 Μαρτίου 2009, ενώ επόμενος σταθμός θα είναι ο πολυδύναμος χώρος της Τεχνόπολις στο Γκάζι, όπου θα κάνει συμβολική ‘πρεμιέρα’ ανήμερα της εθνικής επετείου μνήμης για τη Γενοκτονία του Πόντου (19 Μαΐου).
Η Έκθεση αποτελεί ένα σημαντικό πολιτιστικό γεγονός για μια σειρά από λόγους. Πρώτιστoς σκοπός της, η προβολή και η αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας για τα τραγικά γεγονότα της Γενοκτονίας του Πόντου. Μέσα από ένα οδοιπορικό στα ‘ματωμένα χώματα’ της Μ. Ασίας, η Έκθεση φιλοδοξεί να προβάλει, να αναδείξει και να ανακτήσει σελίδες της ελληνικής ιστορίας, που μέχρι και σήμερα παραμένουν λευκές τόσο στα επίσημα εθνικά κιτάπια όσο και στη συλλογική συνείδηση. Το πλούσιο ιστορικό υλικό, που για το σκοπό αυτό αποκαλύπτει μπροστά στα μάτια του επισκέπτη, πλαισιώνεται από μια ποικιλία ιστορικών πηγών, μνημείων, καθώς και σπάνιων ιστορικών ντοκουμέντων, που συγκεντρώθηκαν κατά τη διάρκεια της μακροχρόνιας ερευνητικής δραστηριότητας του κ. Φωτιάδη σε περιοχές του Εύξεινου Πόντου, της Ρωσίας και της Τουρκίας. Στο σύνολό τους, τα ιστορικά αυτά ευρήματα - δια μέσου της μεθοδικής σύνθεσης και ερμηνείας τους – στοιχειοθετούν τα γεγονότα της Ποντιακής Γενοκτονίας, μιας Γενοκτονίας, που αριθμεί περισσότερα από 353 χιλιάδες θύματα και έχει αναγνωριστεί επίσημα από το ελληνικό κράτος (1994).
Η ανασύνθεση του ιστορικού γίγνεσθαι, πρώτα από τον ερευνητή και κατόπιν από τους ίδιους τους επισκέπτες, υποστηρίζεται από μια πληθώρα γραφικού και φωτογραφικού υλικού. Οι ιστορικές καταγραφές περιλαμβάνουν χάρτες και γκραβούρες, ανέκδοτες εκθέσεις Υπουργείων Εξωτερικών, αρχεία και απόρρητα για την εποχή έγγραφα, άρθρα σε ντόπιες και ξένες εφημερίδες και περιοδικά, σπάνια τουρκικά βιβλία αλλά και ανθρώπινες μαρτυρίες και προσωπικές μετα-αφηγήσεις. Ανάμεσα στα εκθέματα παρουσιάζονται, επιπλέον, και εικαστικές δημιουργίες, όπως οι 60 ζωγραφικοί πίνακες που κοσμούν την αίθουσα διαλέξεων του Μουσείου αλλά και εικόνες βυζαντινής τεχνοτροπίας και μικρογλυπτά.
Βασικός θεματικός άξονας, το κεφάλαιο της Μικρασιατικής Καταστροφής και οι συνέπειές της για τον ελληνισμό του Πόντου. Μέσα από την αντιπαράθεση πηγών, γραπτών και εικονικών, ξετυλίγονται μερικές από τις πιο δραματικές πτυχές των ιστορικών γεγονότων, όπως η βαρβαρότητα των μαζικών διωγμών, οι βίαιοι εξισλαμισμοί και η δημιουργία των κρυπτοχριστιανών, τα προβλήματα των προσφύγων που εκτοπίστηκαν στην Ελλάδα και οι πολιτικές των ελληνικών κυβερνήσεων στο ποντιακό ζήτημα.
Περίοπτη θέση ανάμεσα στα ιστορικά κείμενα κατέχει και το 14τομο έργο του κ. Φωτιάδη ‘Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου’ (Ηρόδοτος, Θεσ/κη, 2002-2004), που τεκμηριώνει για πρώτη φορά τα γεγονότα της Γενοκτονίας των Ποντίων (1916 -1923) με τη διασταύρωση χιλιάδων επίσημων εγγράφων και άλλων ιστορικών πηγών. Το μνημειώδες αυτό έργο συνοδεύεται και από έναν ομότιτλο συνοπτικό τόμο, τη συγγραφή του οποίου ανέθεσε με απόφασή της στον κ. Φωτιάδη η Βουλή των Ελλήνων, αναλαμβάνοντας έτσι να περαιώσει την έκδοσή του (Ίδρυμα της Βουλής Ελλήνων, Αθήνα, 2004).
Το ταξίδι του επισκέπτη στο χρόνο δεν σταματά, όμως, σε αυτό το κεφάλαιο της ποντιακής ιστορίας, αλλά πηγαίνει πολύ μακρύτερα, φτάνοντας ως την αρχαιότητα, ή καλύτερα, ξεκινώντας από εκεί, και καλύπτοντας εν τη συνθέσει μια διαδρομή τριών χιλιάδων χρόνων ζωντανής παρουσίας του ελληνισμού στον Εύξεινο Πόντο. Στο ξεκίνημα, για παράδειγμα, ο επισκέπτης και η επισκέπτρια μαθαίνουν, πως η Τραπεζούντα στα χρόνια του Ξενοφώντα περιγράφεται σε αυτές τις ίδιες τις γραφές του ως ‘πόλιν ελληνίδα μεγάλη και ευδαίμονα’ (Κύρου Ανάβασις, 401 π.Χ.). Λίγο πιο κάτω, πληροφορούνται για την προνομιούχα θέση της ελληνικής γλώσσας στα χρόνια των Μιθριδατών, της Ρωμαϊκής και κατόπιν της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, ενώ βλέπουν σε φωτογραφίες νομίσματα του Πόντου και διαβάζουν για τα ακριτικά τραγούδια. Και προς το τέλος της διαδρομής, φτάνουν σε μεταγενέστερες περιόδους και σε θεματικές που καλύπτουν σημαντικές σελίδες της σύγχρονης ποντιακής ιστορίας, όπως η συμβολή των ποντίων αδελφών Υψηλάντη στην Επανάσταση του 1821.
Περιδιαβαίνοντας ανάμεσα στα αντικείμενα της Έκθεσης, οι επισκέπτες έχουν τη δυνατότητα να στρέψουν την προσοχή τους και σε ποικίλα στοιχεία λαογραφίας, που αποτυπώνουν όψεις της καθημερινής ζωής των Ελλήνων του Πόντου. Καίρια αναδεικνύεται εδώ η συνεισφορά των οπτικών αναπαραστάσεων, τόσο στη μορφή του φωτογραφικού υλικού όσο των ζωγραφικών πινάκων. Εικόνες ευανάγνωστες, με πορτραίτα και οικογενειακές φωτογραφίες, αλλά και φωτογραφίες μαθητών που αποφοίτησαν από το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας και αθλητών μιας ποδοσφαιρικής ομάδας, μεταφέρουν συνολικά τον ‘αναγνώστη’ τους στην ατμόσφαιρα μιας άλλης εποχής και στις δικές της πολιτισμικές εκδηλώσεις.
Κάθε μια από τις εικόνες λέει και τη δική της ιστορία. Μέσα από πρόσωπα άγνωστα μα και οικεία, με βλέμματα που συναντιούνται με τη ματιά του επισκέπτη ξυπνάνε μνήμες και ακούσματα, γεννιούνται σκέψεις και συναισθήματα, και ένα πλήθος από ερωτηματικά για τις ζωές αυτές των άλλων, των ‘δικών μας άλλων’.
Ιδιαίτερη συμβολή στην επαφή με στοιχεία του ποντιακού πολιτισμού έχει και η βραδιά-αφιέρωμα στο ποντιακό τραγούδι, που πλαισιώνει την Έκθεση ως μία από τις παράλληλες εκδηλώσεις της. Στην Πτολεμαΐδα, η βραδιά αυτή διοργανώθηκε σε ξενοδοχείο της πόλης με τη συμμετοχή πολλών επώνυμων καλλιτεχνών από όλη την Ελλάδα. Σε μια κατάμεστη αίθουσα και υπό τη μελωδία της ποντιακής λύρας, οι τραγουδιστές ερμήνευσαν πλήθος παραδοσιακών ποντιακών τραγουδιών με ιστορικό κυρίως περιεχόμενο, τιμώντας έτσι τη μνήμη του Πόντου και αναδεικνύοντας το ρόλο του ποντιακού τραγουδιού ως ζωντανού φορέα διαμόρφωσης της σύγχρονης ποντιακής ταυτότητας.
Ανάμεσα στις παράλληλες εκδηλώσεις περιλαμβάνονται ακόμη η προβολή ειδικών ντοκιμαντέρ και τα απογευματινά σεμινάρια ιστορίας στο χώρο του Μουσείου, με εισηγητή τον κ. Κωνσταντίνο Φωτιάδη. Αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο η συμμετοχή στην Έκθεση όσο και στις παράλληλες εκδηλώσεις είναι ελεύθερη σε όλους. Επιπλέον, το πρόγραμμα της Έκθεσης διανέμεται δωρεάν σε κάθε επισκέπτη/τρια και συνοδεύεται από ένα βιβλιαράκι, που περιέχει άρθρα Ελλήνων και ξένων συγγραφέων για το Ποντιακό ζήτημα, εμπλουτισμένα με ιστορικές πηγές, έγχρωμες εικόνες και φωτογραφικό υλικό αλλά και ποιήματα στην ποντιακή διάλεκτο και ένα κείμενο αφιερωμένο στη συμβολή της γυναίκας ως σύμβολο της Ποντιακής γενοκτονίας.
Παρά την τραγικότητα του ιστορικού ζητήματος, το μήνυμα που προβάλλει η Έκθεση είναι ανθρωποκεντρικό και αισιόδοξο. Η αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας για τη Γενοκτονία του Πόντου ‘δεν έχει αντιτουρκικό χαρακτήρα’, γράφει ο κ. Φωτιάδης, ούτε εκφράζει διάθεση στείρας προγονολατρίας και παλαιοεθνικιστικά ιδεολογήματα. Ο κύριος σκοπός ‘δεν είναι άλλος από τη δημιουργία ειρηνικών σχέσεων με τη γείτονα χώρα με στόχο το αμοιβαίο όφελος και την πρόοδο’. Σχέσεις συμφιλίωσης δεν μπορούν, όμως, να θεμελιωθούν χωρίς την αναγνώριση των εγκλημάτων του παρελθόντος και την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπου και αν καταπατούνται. Το κοινό όραμα του καινούργιου, του φωτεινότερου δεν μπορεί να πραγματωθεί χωρίς την αμοιβαία γνώση και μνήμη του σκοτεινού, που πέρασε.
Κάπως έτσι κλείνει και το ταξίδι της Έκθεσης. Με ένα μήνυμα διττό, με μια αφήγηση ιστορική σε χρόνο μέλλοντα, και εκπεφρασμένη σε μια τρισδιάστατη σύνθεση. Πέντε επιτύμβιες στήλες αναπαριστούν την εξόντωση χιλιάδων επιφανών ποντίων ανδρών (δασκάλων, γιατρών, δικηγόρων, ιερέων, εμπόρων κ.α.) μετά την ‘καταδίκη’ τους από τα Κεμαλικά ‘Δικαστήρια Ανεξαρτησίας’ στην Αμάσεια (1921). Στον κορμό της κάθε μιας από τις τέσσερις στήλες, που διαγράφουν συμμετρικά το πλαίσιο της σύνθεσης, υπάρχουν εντοιχισμένες φωτογραφίες κάποιων εκ των θυμάτων, που φωτίζονται εσωτερικά, ενώ στην κεντρική στήλη αναγράφονται τα ονόματά και τα επαγγέλματά τους.
Το θέμα της ιστορίας είναι μακάβριο. Όμως, η είδηση της μαζικής δολοφονίας της ποντιακής ηγεσίας άλλαξε την στάση της ελληνικής και της διεθνούς κοινής γνώμης και οδήγησε σε διεθνείς καταγγελίες και ψηφίσματα διαμαρτυρίας (Μαλκίδης, 2008). Έτσι, η ανάγνωση του ιστορικού κειμένου φανερώνει δυο μηνύματα. Όπως και οι νεκροστήλες. Η τοποθέτησή τους στο πιο χαμηλό επίπεδο του μουσειακού χώρου, σε μια αίθουσα με χαμηλό φωτισμό και πάνω σε σκούρο υφασμάτινο φόντο παραπέμπουν συμβολικά σε ένα ταξίδι στον κάτω κόσμο, για τη συνάντηση με τους νεκρούς. Κι όμως, οι εικόνες προβάλλουν φωτεινές και η σύνθεση κοιτάζει ψηλά μοιάζοντας με επιτάφιο έτοιμο να εγκαταλείψει τα σκοτάδια του Άδη - και άρα του ζοφερού παρελθόντος - και να αναστηθεί στα επουράνια - στο φως της καινούργιας ελπίδας. Θυμίζει κάτι από τους στίχους του Σμυρνιού ποιητή Γιώργου Σεφέρη: παρά τα ανεξίτηλα σημάδια που άφησε η Μικρασιατική καταστροφή στην ποίηση και την ψυχή του, προσμένει κι εκείνος ‘το θάμα που ανοίγει τα επουράνια κι είν' όλα βολετά’.
Συνολικά, ο σχεδιασμός της Έκθεσης, το περιεχόμενο και η ποικιλομορφία του εκθεσιακού υλικού, η προβολή πολύτιμων ιστορικών κειμένων και η αισθητική της ενορχήστρωσής τους στο χώρο, σε συνδυασμό με τις παράλληλες εκδηλώσεις μέσα και έξω από το Μουσείο, καθιστούν τη συμμετοχή σε αυτήν μια πολυαισθητηριακή εμπειρία γεμάτη γνώσεις, εικόνες, ακούσματα και συναισθήματα. Οι ενσώματες διαδράσεις με τα αντικείμενα, τα πρόσωπα και τις τραγικές τους ιστορίες, τα χρώματα, τις γραφές, τις μουσικές, αλλά και με τους οι επισκέπτες στους διαδρόμους του μουσείου που ψάχνουν με λαχτάρα σε ένα χάρτη το χωριό τους στον Πόντο, προσφέρουν άφθονα ‘πολυτροπικά’ ερεθίσματα, που κινητοποιούν τη σκέψη και προκαλούν τη συγκίνηση. Μέσα από την επαφή με τα ιστορικά μηνύματα και τις διαφορετικές σημειωτικές τους πραγματώσεις, τα υποκείμενα μπορούν να εστιάσουν την προσοχή τους σε διαφορετικές πτυχές των υλικών, παρακινούμενα από τα δικά τους κοινωνικά και πολιτισμικά ενδιαφέροντα. Ταυτόχρονα, έχουν τη ευκαιρία να εμπλακούν ενεργά στην ανάγνωση των ιστορικών ‘λόγων’, που διατρέχουν τα κείμενα και που είναι δυνάμει διαθέσιμα για πολλαπλές νοηματοδοτήσεις. Το ίδιο ισχύει και για τις ακαδημαϊκές διαλέξεις που πλαισιώνουν το μουσειακό δρώμενο και κατά τις οποίες οι συμμετέχοντες μπορούν να μάθουν, να δουν, να ακούσουν αλλά και να ρωτήσουν, να διαλεχθούν και να διαφωνήσουν πάνω σε ευαίσθητα κομμάτια της εθνικής μας ιστορίας.
Σε αυτές τις βάσεις, η Έκθεση συνιστά ένα βιωματικό μάθημα ιστορίας και πολιτισμού με πολυσχιδείς συνιστώσες. Ο κ. Κωνσταντίνος Φωτιάδης με το επιστημονικό του έργο αφήνει πολύτιμη παρακαταθήκη στον αγώνα για την διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας του Πόντου. Καταφέρνει όμως και κάτι ακόμη. Να βγάλει την ιστορική έρευνα από τα ακαδημαϊκά συγγράμματα και τις αίθουσες διδασκαλίας και να την καταστήσει ανοιχτή και προσβάσιμη στο ευρύ κοινό. Και αυτή, η επι-κοινωνία της γνώσης, είναι, ενδεχομένως, μια συνεισφορά εξίσου σημαντική με την ίδια την ανακάλυψή της. Η Έκθεση ‘Πόντος- Δικαίωμα στη Μνήμη’ κάνει πράξη μία πρωτοποριακή για ένα ακαδημαϊκό δάσκαλο πρόταση διδασκαλίας της Ιστορίας. Μία πράξη πολιτική, που σέβεται και αξιώνει το δικαίωμα του κάθε Έλληνα πολίτη, Πόντιου και μη, στην επιστημονικά τεκμηριωμένη γνώση της εθνικής μας ιστορίας.
Η Έκθεση αποτελεί ένα σημαντικό πολιτιστικό γεγονός για μια σειρά από λόγους. Πρώτιστoς σκοπός της, η προβολή και η αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας για τα τραγικά γεγονότα της Γενοκτονίας του Πόντου. Μέσα από ένα οδοιπορικό στα ‘ματωμένα χώματα’ της Μ. Ασίας, η Έκθεση φιλοδοξεί να προβάλει, να αναδείξει και να ανακτήσει σελίδες της ελληνικής ιστορίας, που μέχρι και σήμερα παραμένουν λευκές τόσο στα επίσημα εθνικά κιτάπια όσο και στη συλλογική συνείδηση. Το πλούσιο ιστορικό υλικό, που για το σκοπό αυτό αποκαλύπτει μπροστά στα μάτια του επισκέπτη, πλαισιώνεται από μια ποικιλία ιστορικών πηγών, μνημείων, καθώς και σπάνιων ιστορικών ντοκουμέντων, που συγκεντρώθηκαν κατά τη διάρκεια της μακροχρόνιας ερευνητικής δραστηριότητας του κ. Φωτιάδη σε περιοχές του Εύξεινου Πόντου, της Ρωσίας και της Τουρκίας. Στο σύνολό τους, τα ιστορικά αυτά ευρήματα - δια μέσου της μεθοδικής σύνθεσης και ερμηνείας τους – στοιχειοθετούν τα γεγονότα της Ποντιακής Γενοκτονίας, μιας Γενοκτονίας, που αριθμεί περισσότερα από 353 χιλιάδες θύματα και έχει αναγνωριστεί επίσημα από το ελληνικό κράτος (1994).
Η ανασύνθεση του ιστορικού γίγνεσθαι, πρώτα από τον ερευνητή και κατόπιν από τους ίδιους τους επισκέπτες, υποστηρίζεται από μια πληθώρα γραφικού και φωτογραφικού υλικού. Οι ιστορικές καταγραφές περιλαμβάνουν χάρτες και γκραβούρες, ανέκδοτες εκθέσεις Υπουργείων Εξωτερικών, αρχεία και απόρρητα για την εποχή έγγραφα, άρθρα σε ντόπιες και ξένες εφημερίδες και περιοδικά, σπάνια τουρκικά βιβλία αλλά και ανθρώπινες μαρτυρίες και προσωπικές μετα-αφηγήσεις. Ανάμεσα στα εκθέματα παρουσιάζονται, επιπλέον, και εικαστικές δημιουργίες, όπως οι 60 ζωγραφικοί πίνακες που κοσμούν την αίθουσα διαλέξεων του Μουσείου αλλά και εικόνες βυζαντινής τεχνοτροπίας και μικρογλυπτά.
Βασικός θεματικός άξονας, το κεφάλαιο της Μικρασιατικής Καταστροφής και οι συνέπειές της για τον ελληνισμό του Πόντου. Μέσα από την αντιπαράθεση πηγών, γραπτών και εικονικών, ξετυλίγονται μερικές από τις πιο δραματικές πτυχές των ιστορικών γεγονότων, όπως η βαρβαρότητα των μαζικών διωγμών, οι βίαιοι εξισλαμισμοί και η δημιουργία των κρυπτοχριστιανών, τα προβλήματα των προσφύγων που εκτοπίστηκαν στην Ελλάδα και οι πολιτικές των ελληνικών κυβερνήσεων στο ποντιακό ζήτημα.
Περίοπτη θέση ανάμεσα στα ιστορικά κείμενα κατέχει και το 14τομο έργο του κ. Φωτιάδη ‘Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου’ (Ηρόδοτος, Θεσ/κη, 2002-2004), που τεκμηριώνει για πρώτη φορά τα γεγονότα της Γενοκτονίας των Ποντίων (1916 -1923) με τη διασταύρωση χιλιάδων επίσημων εγγράφων και άλλων ιστορικών πηγών. Το μνημειώδες αυτό έργο συνοδεύεται και από έναν ομότιτλο συνοπτικό τόμο, τη συγγραφή του οποίου ανέθεσε με απόφασή της στον κ. Φωτιάδη η Βουλή των Ελλήνων, αναλαμβάνοντας έτσι να περαιώσει την έκδοσή του (Ίδρυμα της Βουλής Ελλήνων, Αθήνα, 2004).
Το ταξίδι του επισκέπτη στο χρόνο δεν σταματά, όμως, σε αυτό το κεφάλαιο της ποντιακής ιστορίας, αλλά πηγαίνει πολύ μακρύτερα, φτάνοντας ως την αρχαιότητα, ή καλύτερα, ξεκινώντας από εκεί, και καλύπτοντας εν τη συνθέσει μια διαδρομή τριών χιλιάδων χρόνων ζωντανής παρουσίας του ελληνισμού στον Εύξεινο Πόντο. Στο ξεκίνημα, για παράδειγμα, ο επισκέπτης και η επισκέπτρια μαθαίνουν, πως η Τραπεζούντα στα χρόνια του Ξενοφώντα περιγράφεται σε αυτές τις ίδιες τις γραφές του ως ‘πόλιν ελληνίδα μεγάλη και ευδαίμονα’ (Κύρου Ανάβασις, 401 π.Χ.). Λίγο πιο κάτω, πληροφορούνται για την προνομιούχα θέση της ελληνικής γλώσσας στα χρόνια των Μιθριδατών, της Ρωμαϊκής και κατόπιν της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, ενώ βλέπουν σε φωτογραφίες νομίσματα του Πόντου και διαβάζουν για τα ακριτικά τραγούδια. Και προς το τέλος της διαδρομής, φτάνουν σε μεταγενέστερες περιόδους και σε θεματικές που καλύπτουν σημαντικές σελίδες της σύγχρονης ποντιακής ιστορίας, όπως η συμβολή των ποντίων αδελφών Υψηλάντη στην Επανάσταση του 1821.
Περιδιαβαίνοντας ανάμεσα στα αντικείμενα της Έκθεσης, οι επισκέπτες έχουν τη δυνατότητα να στρέψουν την προσοχή τους και σε ποικίλα στοιχεία λαογραφίας, που αποτυπώνουν όψεις της καθημερινής ζωής των Ελλήνων του Πόντου. Καίρια αναδεικνύεται εδώ η συνεισφορά των οπτικών αναπαραστάσεων, τόσο στη μορφή του φωτογραφικού υλικού όσο των ζωγραφικών πινάκων. Εικόνες ευανάγνωστες, με πορτραίτα και οικογενειακές φωτογραφίες, αλλά και φωτογραφίες μαθητών που αποφοίτησαν από το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας και αθλητών μιας ποδοσφαιρικής ομάδας, μεταφέρουν συνολικά τον ‘αναγνώστη’ τους στην ατμόσφαιρα μιας άλλης εποχής και στις δικές της πολιτισμικές εκδηλώσεις.
Κάθε μια από τις εικόνες λέει και τη δική της ιστορία. Μέσα από πρόσωπα άγνωστα μα και οικεία, με βλέμματα που συναντιούνται με τη ματιά του επισκέπτη ξυπνάνε μνήμες και ακούσματα, γεννιούνται σκέψεις και συναισθήματα, και ένα πλήθος από ερωτηματικά για τις ζωές αυτές των άλλων, των ‘δικών μας άλλων’.
Ιδιαίτερη συμβολή στην επαφή με στοιχεία του ποντιακού πολιτισμού έχει και η βραδιά-αφιέρωμα στο ποντιακό τραγούδι, που πλαισιώνει την Έκθεση ως μία από τις παράλληλες εκδηλώσεις της. Στην Πτολεμαΐδα, η βραδιά αυτή διοργανώθηκε σε ξενοδοχείο της πόλης με τη συμμετοχή πολλών επώνυμων καλλιτεχνών από όλη την Ελλάδα. Σε μια κατάμεστη αίθουσα και υπό τη μελωδία της ποντιακής λύρας, οι τραγουδιστές ερμήνευσαν πλήθος παραδοσιακών ποντιακών τραγουδιών με ιστορικό κυρίως περιεχόμενο, τιμώντας έτσι τη μνήμη του Πόντου και αναδεικνύοντας το ρόλο του ποντιακού τραγουδιού ως ζωντανού φορέα διαμόρφωσης της σύγχρονης ποντιακής ταυτότητας.
Ανάμεσα στις παράλληλες εκδηλώσεις περιλαμβάνονται ακόμη η προβολή ειδικών ντοκιμαντέρ και τα απογευματινά σεμινάρια ιστορίας στο χώρο του Μουσείου, με εισηγητή τον κ. Κωνσταντίνο Φωτιάδη. Αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο η συμμετοχή στην Έκθεση όσο και στις παράλληλες εκδηλώσεις είναι ελεύθερη σε όλους. Επιπλέον, το πρόγραμμα της Έκθεσης διανέμεται δωρεάν σε κάθε επισκέπτη/τρια και συνοδεύεται από ένα βιβλιαράκι, που περιέχει άρθρα Ελλήνων και ξένων συγγραφέων για το Ποντιακό ζήτημα, εμπλουτισμένα με ιστορικές πηγές, έγχρωμες εικόνες και φωτογραφικό υλικό αλλά και ποιήματα στην ποντιακή διάλεκτο και ένα κείμενο αφιερωμένο στη συμβολή της γυναίκας ως σύμβολο της Ποντιακής γενοκτονίας.
Παρά την τραγικότητα του ιστορικού ζητήματος, το μήνυμα που προβάλλει η Έκθεση είναι ανθρωποκεντρικό και αισιόδοξο. Η αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας για τη Γενοκτονία του Πόντου ‘δεν έχει αντιτουρκικό χαρακτήρα’, γράφει ο κ. Φωτιάδης, ούτε εκφράζει διάθεση στείρας προγονολατρίας και παλαιοεθνικιστικά ιδεολογήματα. Ο κύριος σκοπός ‘δεν είναι άλλος από τη δημιουργία ειρηνικών σχέσεων με τη γείτονα χώρα με στόχο το αμοιβαίο όφελος και την πρόοδο’. Σχέσεις συμφιλίωσης δεν μπορούν, όμως, να θεμελιωθούν χωρίς την αναγνώριση των εγκλημάτων του παρελθόντος και την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπου και αν καταπατούνται. Το κοινό όραμα του καινούργιου, του φωτεινότερου δεν μπορεί να πραγματωθεί χωρίς την αμοιβαία γνώση και μνήμη του σκοτεινού, που πέρασε.
Κάπως έτσι κλείνει και το ταξίδι της Έκθεσης. Με ένα μήνυμα διττό, με μια αφήγηση ιστορική σε χρόνο μέλλοντα, και εκπεφρασμένη σε μια τρισδιάστατη σύνθεση. Πέντε επιτύμβιες στήλες αναπαριστούν την εξόντωση χιλιάδων επιφανών ποντίων ανδρών (δασκάλων, γιατρών, δικηγόρων, ιερέων, εμπόρων κ.α.) μετά την ‘καταδίκη’ τους από τα Κεμαλικά ‘Δικαστήρια Ανεξαρτησίας’ στην Αμάσεια (1921). Στον κορμό της κάθε μιας από τις τέσσερις στήλες, που διαγράφουν συμμετρικά το πλαίσιο της σύνθεσης, υπάρχουν εντοιχισμένες φωτογραφίες κάποιων εκ των θυμάτων, που φωτίζονται εσωτερικά, ενώ στην κεντρική στήλη αναγράφονται τα ονόματά και τα επαγγέλματά τους.
Το θέμα της ιστορίας είναι μακάβριο. Όμως, η είδηση της μαζικής δολοφονίας της ποντιακής ηγεσίας άλλαξε την στάση της ελληνικής και της διεθνούς κοινής γνώμης και οδήγησε σε διεθνείς καταγγελίες και ψηφίσματα διαμαρτυρίας (Μαλκίδης, 2008). Έτσι, η ανάγνωση του ιστορικού κειμένου φανερώνει δυο μηνύματα. Όπως και οι νεκροστήλες. Η τοποθέτησή τους στο πιο χαμηλό επίπεδο του μουσειακού χώρου, σε μια αίθουσα με χαμηλό φωτισμό και πάνω σε σκούρο υφασμάτινο φόντο παραπέμπουν συμβολικά σε ένα ταξίδι στον κάτω κόσμο, για τη συνάντηση με τους νεκρούς. Κι όμως, οι εικόνες προβάλλουν φωτεινές και η σύνθεση κοιτάζει ψηλά μοιάζοντας με επιτάφιο έτοιμο να εγκαταλείψει τα σκοτάδια του Άδη - και άρα του ζοφερού παρελθόντος - και να αναστηθεί στα επουράνια - στο φως της καινούργιας ελπίδας. Θυμίζει κάτι από τους στίχους του Σμυρνιού ποιητή Γιώργου Σεφέρη: παρά τα ανεξίτηλα σημάδια που άφησε η Μικρασιατική καταστροφή στην ποίηση και την ψυχή του, προσμένει κι εκείνος ‘το θάμα που ανοίγει τα επουράνια κι είν' όλα βολετά’.
Συνολικά, ο σχεδιασμός της Έκθεσης, το περιεχόμενο και η ποικιλομορφία του εκθεσιακού υλικού, η προβολή πολύτιμων ιστορικών κειμένων και η αισθητική της ενορχήστρωσής τους στο χώρο, σε συνδυασμό με τις παράλληλες εκδηλώσεις μέσα και έξω από το Μουσείο, καθιστούν τη συμμετοχή σε αυτήν μια πολυαισθητηριακή εμπειρία γεμάτη γνώσεις, εικόνες, ακούσματα και συναισθήματα. Οι ενσώματες διαδράσεις με τα αντικείμενα, τα πρόσωπα και τις τραγικές τους ιστορίες, τα χρώματα, τις γραφές, τις μουσικές, αλλά και με τους οι επισκέπτες στους διαδρόμους του μουσείου που ψάχνουν με λαχτάρα σε ένα χάρτη το χωριό τους στον Πόντο, προσφέρουν άφθονα ‘πολυτροπικά’ ερεθίσματα, που κινητοποιούν τη σκέψη και προκαλούν τη συγκίνηση. Μέσα από την επαφή με τα ιστορικά μηνύματα και τις διαφορετικές σημειωτικές τους πραγματώσεις, τα υποκείμενα μπορούν να εστιάσουν την προσοχή τους σε διαφορετικές πτυχές των υλικών, παρακινούμενα από τα δικά τους κοινωνικά και πολιτισμικά ενδιαφέροντα. Ταυτόχρονα, έχουν τη ευκαιρία να εμπλακούν ενεργά στην ανάγνωση των ιστορικών ‘λόγων’, που διατρέχουν τα κείμενα και που είναι δυνάμει διαθέσιμα για πολλαπλές νοηματοδοτήσεις. Το ίδιο ισχύει και για τις ακαδημαϊκές διαλέξεις που πλαισιώνουν το μουσειακό δρώμενο και κατά τις οποίες οι συμμετέχοντες μπορούν να μάθουν, να δουν, να ακούσουν αλλά και να ρωτήσουν, να διαλεχθούν και να διαφωνήσουν πάνω σε ευαίσθητα κομμάτια της εθνικής μας ιστορίας.
Σε αυτές τις βάσεις, η Έκθεση συνιστά ένα βιωματικό μάθημα ιστορίας και πολιτισμού με πολυσχιδείς συνιστώσες. Ο κ. Κωνσταντίνος Φωτιάδης με το επιστημονικό του έργο αφήνει πολύτιμη παρακαταθήκη στον αγώνα για την διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας του Πόντου. Καταφέρνει όμως και κάτι ακόμη. Να βγάλει την ιστορική έρευνα από τα ακαδημαϊκά συγγράμματα και τις αίθουσες διδασκαλίας και να την καταστήσει ανοιχτή και προσβάσιμη στο ευρύ κοινό. Και αυτή, η επι-κοινωνία της γνώσης, είναι, ενδεχομένως, μια συνεισφορά εξίσου σημαντική με την ίδια την ανακάλυψή της. Η Έκθεση ‘Πόντος- Δικαίωμα στη Μνήμη’ κάνει πράξη μία πρωτοποριακή για ένα ακαδημαϊκό δάσκαλο πρόταση διδασκαλίας της Ιστορίας. Μία πράξη πολιτική, που σέβεται και αξιώνει το δικαίωμα του κάθε Έλληνα πολίτη, Πόντιου και μη, στην επιστημονικά τεκμηριωμένη γνώση της εθνικής μας ιστορίας.
Charalampia Sidiropoulou
Centre for Multimodal Research
Institute of Education, University of London
hara.sidiropoulou@gmail.com
Centre for Multimodal Research
Institute of Education, University of London
hara.sidiropoulou@gmail.com
πηγή : e pontos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου