Αναδημοσίευση από τον Ισοβίτη τον αδερφό.
«Η αντιπαλότητα ανάμεσα στα δύο σωματεία έχει τις ρίζες της στην αντιπαλότητα ανάμεσα στους γηγενείς Έλληνες (Άρης) και τους Έλληνες Πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, τον Πόντο και την Κωνσταντινούπολη που εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία μετά την ανταλλαγή πληθυσμών το 1923 (ΠΑΟΚ).
Ο ανταγωνισμός των δύο κοινωνικών ομάδων εκφραζόταν με διάφορους τρόπους -ένας από αυτούς ήταν και το ποδόσφαιρο, μετά την ίδρυση του ΠΑΟΚ το 1926».
Εγώ γεννήθηκα μισό αιώνα μετά από όλα αυτά και πέρα από την προσφυγική μου κληρονομιά ως τρίτη γενιά, κάτι θολές, πικρές διηγήσεις ξεριζωμού και κυνηγητού από τον συνονόματο παππού μου έχω να θυμάμαι και να γνωρίζω από πρώτο χέρι. Τα υπόλοιπα από τα βιβλία, πόσα βιβλία και πόσα ξενύχτια να ζεις και να τρέμεις μέσα από τις αναμνήσεις των παππούδων που τότε ήταν παιδιά, δώδεκα χρονών ο δικός μου. Πρόσφυγες. Τουρκόσποροι. Τούρκοι. Έλληνες είμαστε, Ελλάδα δεν ήταν ο Πόντος; Δεν μπορούσε να βρει γαλήνη μέχρι το τέλος του ο παππούς, διαμαρτυρόταν και βούρκωνε, 60 χρόνια έζησε εδώ κι ακόμα ένιωθε ξένος. Επτά χρονών ήμουν στα τελευταία του που με έπαιρνε μαζί στο βουνό, ξέχασα πια τη φωνή του, αλλά όχι το κλάμα του. Πήρα το όνομα, πήρα και τη χάρη, έλεγαν όλοι, όλη μέρα με το τρανζιστοράκι και τις ιστορίες, σαν τον παππού. Θυμάμαι την υφή και τη μυρωδιά της τραγιάσκας του, που μου τη φόραγε και γελούσε.
Ξέχνα την πολιτική και τα κόμματα. Άσε στην άκρη τις πεποιθήσεις και τα αριστερά και τα δεξιά. Κοίτα μέσα στην καρδιά σου, ρε φίλε, πες μου, πώς μπορείς να τρέχεις και να χτυπιέσαι και να αφιερώνεις τη μισή σου ζωή σ' αυτή την ομάδα, πώς αυτοπροσδιορίζεσαι ως «Παοκτσής» πρώτα και πάνω απ' όλα, όταν μισείς πρόσφυγες και μετανάστες, όταν καταριέσαι τις νέες γενιές ανθρώπων που κάποια μοίρα τους πέταξε σ' αυτό τον τόπο που πάσχιζαν οι παππούδες μας να διεκδικήσουν ως πατρίδα και δεν τους άφηναν, όταν οι ίδιες οι ρίζες και η γέννα της ομάδας που σε παθιάζει, της δεύτερης οικογένειάς σου, είναι η προσφυγιά και το μαρτύριο του ξεριζωμού. Μαζί ταξιδεύουμε είκοσι πέντε χρόνια, μαζί τραγουδάμε, μαζί καβαλάμε το κάγκελο, ακόμα δεν μπορώ να σε καταλάβω.