Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 25, 2021

"Δέηση Πόντου"


«Οσπίτ’ που ’κ’ έχτ’σεν και κορίτσ’ που ’κ’ υπάντρεψεν, μη λέει έρθα σον κόσμον…». Aέτσ’ έλεγαμε σον καιρόν εμουν.Ζεις…Ευτάς παιδία…Δουλεύ’ς να τρανύντς ατα…Τρως την ψ̌η σ’ απέσ’ σα χωράφι͜α να πολεμάς με τα χώματα και τα λιθάρι͜α… Για τ’ όποιον; Για τ’ έναν τσίρταν και μαναχόν…Για τ’ εκείνον την ώραν που, καθισμένος σ’ έναν άκραν, ελέπ’ς τα μουράτι͜α σ’ να πλερούντανε, σπογγίεις τα δάκρυ͜α σ’ και λες: «νυν απολύεις τον δούλον σου…»

Το οσπίτ’ ντο έχτ’σα ’κ’ εχάρα το. Και ντο οσπίτ’ πα! Γαζαρμάν τεΐ! Έναν εβδομάδαν επέγ’ναν κι έρχουσαν ση μεσι͜άν οι χουζαρτσ̌ήδες να ετοιμάζ’νε την κερεστέν και ξαν ’κ’ εκανέθεν για να στεγάζομ’ ατο. Δύο ταπαχάδες οσπίτ’. Κι ολόερα παράσπιτα, μαντρία κι αχͮερώνι͜α και ξεραντέρι͜α… Τ’ οσπίτ’ ντο έχτ’σα ’κ’ εχάρ’ ατο. Και ούτε έκλαψ’ ατο πα. Έρθαν τ’ άλλα κι εκαπάτεψαν εκείνο το τέρτ’ κι εποίκαν ατο να ανασπάλκεται σαν να μη έτονε καμίαν. Τ’ εμέτερον το τυχερόν αΐκον έν’, να έρχουν πάντα τα γενία τα βάσανα και κρεμίζ’νε τα παλαιά!

Εκείνο την ημέραν εσ’κώθα σύννυχτα, ’κ’ επόρεσα να κοιμούμαι! Εμελέσσεψεν τ’ οσπίτ’ ας σοι φίλτς και ας σοι συ’ενούς που έρθαν ας σα χωρία για να τιμούνε μας… Άμον δονάρ’ επέγ’ναν κι έρχουσαν οι νυφάδες κι οι παρανυφάδες ντο εβοήθαναν… Ετέρεσα ας σο παράθυρον. Έβραζαν ση σειρι͜άν τα χαλκά ντο έστεσαμε για να φάζομε τον κόσμον! Κι η αυλή εμούν γομάτον λαόν. Ατόσον λαόν καμίαν ’κ’ είδα μαζεμένον σ’ έναν μέρος…. Αρ’ ατό έν, είπα εγώ εμέν: χαλάλ! «Νυν απολύεις τον δούλον σου Δέσποτα…».

Εξέβα σο παλκόν κι ετέρεσα σο πέραν κιάν’ να ελέπω τα άλογα. Με τ’ άλογα θα έρχουσαν. Αΐκον ατι͜άτ έτονε…Είκοσ’ άλογα αλάι εχπάστανε. Αέτσ’ είπανε. Από κάποτες εφάνθανε… Σον ουρανόν το τόζ’ ας σα ποδαρέας ατουν! Κι εμείς ετέρναμε κι εθαμάουμες κι ενεμέναμε τ' αλάϊ…Ποίον αλάϊ; Εταγιανεύταν σην τισ̌-καπίν…Άμα…Άμα…Ατό ’κ’ έτον τ’ αλάϊ ντ’ ενεμέναμε… Ατείν’ ’κ’ έσανε γαμπροί και συμπεθέρ’. Ατείν ’κ’ έσανε αθρώπ’! Οφίδι͜α τρικέφαλα! Τέρατα της κολάσεως καβαλκιασμένα σ’ άλογα…Άμον μαύρα σ̌κυλία ερρούξανε απάν’ σον λαόν κι εταούτεψαν ατον….Εποταμίεν το αίμαν απέσ’ σην αυλή μ’. Κι ο γάμον ο βασιλι͜ακόν εγέντονε θρήνος και λιτανεία…..

Άρον τον άρον εκατήβα τα σκάλας. Εστάθα εμπροστά ’τουν κι έσκωσα τα χͮέρι͜α μ’…. «Θεόν άμα πιστεύετεν, άλλο μη προχωράτεν», είπ’ ατ’ς…. «Θεός πα έν’ και ελέπ’ μας…..». ’Κι ’ξέρω ντο έντονε, ποίος εντώκε με… Όνταν ένοιξα τ’ ομμάτι͜α μ’, είδα την αυλή μ’ έρημον και το λαόν ταουτεμένον… Εκάπνιζαν ακόμαν τ’ αψίματα και τα χαλκά τι͜αβιρεμένα και τα φαΐα ’κχͮυμένα κα να τρέχ’νε απέσ’ σα αίματα! Κι ατότες είδ’ ατεν…Το κορίτσι μ’, τη μονάκριβεσσαν τη θι͜αγατέρα μ’, που τόζ’ απάν ατ’ς ’κ’ εκοντούρευαμε και ’κ’ ένοιαμε τα παράθυρα να μη ελέπει͜ ατεν ο ήλιον… Να τερεί άμον χαμένον ζων, έναν εύκαιρον τέρεμαν, έναν κορμίν χωρίς ζωήν… Και εκείνο τ’ άσπρον το παζαρλούχ’ν ατ’ς βαμμένον κόκκινον σο αίμαν! Όνταν ενόϊσεν τερώ ατεν, έκλωσεν τ’ ομμάτι͜α τ’ς να μη ελέπ’ με….
Εγροίκ’σα….
Απ’ ατότε κιάν’, ’κ’ επορώ να ανασπάλω εκείνο το τέρεμαν…. Κι αδά πα που έρθαμε, όνταν γίνεται χαράν κι ακούγω να κρούγ’νε ταούλι͜α, έρ’ται σο νου μ’ εκείνο το εύκαιρον το τέρεμαν… Κι ατότε παίρω το κιφάλι μ’ και πάγω χάμαι σ’ έναν ερημίαν να μη ελέπω άθρωπον…. Να απομένω μαναχός, εγώ με το Θεόν ντο εδίκεσε με, να επορώ κι ευρήκω τη δύναμην και σ’κώνω το κιφάλι μ’ σον ουρανόν κι ερωτώ -γ- ατον: «Γιατί Θεέ μ’, Γιατί;»

"Δέηση Πόντου" (Μονή Λαζαριστών, 20/9/2021

Τιμή στον Εθνομάρτυρα Νίκο Καπετανίδη

https://www.facebook.com/dimitris.piperidis.7


Κυριακή, Μαΐου 16, 2021

Μνήμη


 

Τρίτη, Μαΐου 19, 2020

Δευτέρα, Ιανουαρίου 06, 2020

Δευτέρα, Οκτωβρίου 07, 2019

Το Κόκκινο Ποτάμι


Επιτέλους μία σειρά, κόσμημα για την Ελληνική τηλεόραση.
Μία σειρά που θα δώσει την ευκαιρία να μάθουν ένα κομμάτι της ιστορίας όσοι το θέλουν.



Κυριακή, Μαΐου 19, 2019

ΟΧΙ ΑΛΛΗ ΑΠΟΣΙΩΠΗΣΗ


ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ


Τετάρτη, Ιανουαρίου 02, 2019

1919-2019


Σάββατο, Μαΐου 19, 2018

Παρασκευή, Νοεμβρίου 06, 2015

TA "Φ" ...

Ο ΦΙΛΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΦΙΔΙ ΚΑΙ ΤΑ ΔΥΟ ΑΠΟ "Φ" ΑΡΧΙΖΟΥΝ,,,,

Τρίτη, Μαΐου 19, 2015

Παρασκευή, Απριλίου 24, 2015

Αναγνώριση της Γενοκτονίας από τον Γερμανό Πρόεδρο!!!!!

Μετά την αναγνώριση από το Κοινοβούλιο της Αυστρίας, ο Πρόεδρος της Ομοσπονδίας της Γερμανίας Joachim Gauck, σε οικουμενική προσευχή στον Καθεδρικό Ναό του Βερολίνου, προέβη σε επίσημη δήλωση, κατά την οποία χαρακτήρισε τις σφαγές κατά των Αρμενίων, των Ασσυρίων και των Ελλήνων του Πόντου στα εδάφη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ως γενοκτονία, όπως μεταδίδει η επίσημη ιστοσελίδα της Γερμανικής Προεδρίας.*

Την Παρασκευή το Κοινοβούλιο της Γερμανίας (Deutscher Bundestag) θα θέσει υπό ψηφοφορία Ψήφισμα αναγνώρισης της Αρμενικής Γενοκτονίας, του οποίου, όμως, η ακριβής φρασεολογία είναι ακόμη υπό διαμόρφωση, λόγω και των αντιδράσεων της τουρκικής κυβέρνησης.

Η αναγνώριση των Γενοκτονίων Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων από την Αυστρία και τη Γερμανία αποκτά ιδιαίτερη σημασία εξ αιτίας και του γεγονότος ότι οι δύο αυτές χώρες υπήρξαν βασικοί σύμμαχοι της Οθωμανικής αυτοκρατορίας κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου (1914-1918).

Κυριακή, Απριλίου 12, 2015

Σάββατο, Απριλίου 11, 2015

Το Ολλανδικό Κοινοβούλιο αναγνωρίζει τη Γενοκτονία των Ελλήνων, Αρμενίων και Ασσυρίων!

είδηση από e pontos

επιμέλεια / μετάφραση
Νόπη Παπαδοπούλου

Η Βουλή της Ολλανδίας πέρασε, στις 09 Απριλίου 2015, δεσμευτικό ψήφισμα με το οποίο αναγνωρίζει τη Γενοκτονία των Ασσυρίων, των Ελλήνων και των Αρμενίων από τους Οθωμανούς Τούρκους κατά τη διάρκεια του Α’ παγκοσμίου πολέμου. Το ψήφισμα, το οποίο κατατέθηκε από το βουλευτή του Χριστιανικού κόμματος Joel Voordewind, είχε ευρεία υποστήριξη από ποικίλα κόμματα, ενώ υπήρξε έντονη αντίδραση από δυο Τούρκους βουλευτές. Τελικά ψηφίστηκε με μεγάλη πλειοψηφία.

Ο Joel Voordewind δήλωσε πως «ο σκοπός αυτής της πρότασης είναι να αναγνωριστεί τόσο η Γενοκτονία των Αρμενίων όσο και των Ασσυρίων και να φέρει την Τουρκική κυβέρνηση κοντά στην Αρμενία. Είναι μια σημαντική κίνηση από την Ολλανδική Βουλή προς την Τουρκική κυβέρνηση να αναγνωρίσει τις πράξεις του παρελθόντος. Ελπίζω ότι τελικώς με αυτή την κίνηση θα υπάρξει καλύτερη κατανόηση και συμφιλίωση ανάμεσα στις δυο χώρες».

Στις 24 Μαρτίου 2015 η Αρμενία αναγνώρισε τη Γενοκτονία των Ασσυρίων & των Ελλήνων. Το 2007 η Διεθνής Ένωση Ακαδημαϊκών για τις Γενοκτονίες αναγνώρισε τις Γενοκτονίες των Ασσυρίων και Ελλήνων. Το 2010 η Σουηδία αναγνώρισε τη Γενοκτονία των Ασσυρίων, Ελλήνων και Αρμενίων.

Η Γενοκτονία διεπράχθη από τους Οθωμανούς Τούρκους κατά τη διάρκεια του A’ παγκοσμίου πολέμου, μεταξύ του 1915 και 1923 και στοίχισε τη ζωή 750,000 Ασσυρίων (75%), 500,000 Ελλήνων και 1.5 εκατομμυρίου Αρμενίων.

Ενώ η Γενοκτονία των Αρμενίων είναι ευρέως γνωστή και αναγνωρισμένη, οι Γενοκτονίες των Ασσυρίων αι των Ελλήνων δεν είναι τόσο γνωστές. Παρ’ όλα αυτά δε μπορούν να διαχωριστούν από την Αρμένικη Γενοκτονία καθώς διεπράχθησαν την ίδια χρονική περίοδο και με τα ίδια πολιτικά αίτια. Επρόκειτο για μία Γενοκτονία εναντίον των Χριστιανικών λαών. 

Οι Ασσύριοι έχουν συνεργαστεί με τους Έλληνες και τους Αρμένιους για να πιέσουν την Τουρκία να ανγνωρίσει τη Γενοκτονία αυτή, κατά τη διάρκεια του A' παγκοσμίου πολέμου.

Μέχρι σήμερα έχουν ανεγερθεί από τους Ασσύριους 9 μνημεία Γενοκτονίας σε όλο τον κόσμο.

Τετάρτη, Μαρτίου 25, 2015

Αναγνώριση Γενοκτονίας Ελλήνων και Ασσυρίων από την Αρμενία

Το Εθνικό Κοινοβούλιο των Αρμενίων ψήφισε σήμερα για την αναγνώριση της Γενοκτονίας Ελλήνων και Ασσυρίων που διαπράχθηκε από τους Οθωμανούς Τούρκους, μεταξύ 1915 και 1923. Ως γνωστόν η Γενοκτονία στοίχισε τη ζωή σε 750.000 Ασσυρίων, 500.000 Έλληνες και 1,5 εκατομμυρίου Αρμένιους.

Το νομοσχέδιο, που προωθήθηκε από το Ρεπουμπλικανικό κόμμα έλαβε 117 θετικές ψήφους, 14 αποχές και καμία αρνητική ψήφο.

Ο επίσημος τίτλος του νομοσχεδίου είναι: "Σχετικά με τη γενοκτονία των Ελλήνων και Ασσυρίων που διαπράχθηκε από τους Οθωμανούς μεταξύ των ετών 1915-1923.
Το νομοσχέδιο συντάχθηκε από τους: Eduard Sharmazanov, Armen Rustamyan, Hovhannes Sahakyan, Edmon Marukyan, Arpine Hovhannisyan, Tevan Poghosyan, Gurgen Arsenyan, Heghine Bisharyan, Alexander Arzumanyan, Vahram Baghdasaryan, Hermine Naghdalyan, Margarit Yesayan, Lyudmila Sargsyan.

Ο Έντουαρντ Σαρμαζάνοφ, από το Εθνικό Κοινοβουλίο δήλωσε: αποφασίσαμε να υιοθετήσουμε το ψήφισμα αυτό επειδή το Κοινοβούλιο υιοθετεί τέτοια ψηφίσματα σε πολύ σημαντικές περιπτώσεις. Σε αυτό το πνεύμα προωθώντας το προσχέδιο ως διακήρυξη καταδίκης δείχνουμε στους Έλληνες και Ασσύριους και στη Διεθνή κοινότητα ότι το Εθνικό Κοινοβούλιο της Αρμενίας και όλες οι πολιτικές δυνάμεις προσδίδουν σπουδαιότητα στην καταδίκη της Γενοκτονίας που διαπράχθηκε στους Έλληνες και Ασσύριους.

Ο Σαμπρί Ατμάν (Διευθυντής του κέντρου ερευνών για την Ασσυριακή Γενοκτονία) είπε: Η συστηματική Γενοκτονία του Οθωμανικού κράτους και των Κούρδων συμμάχων τους που διαπράχθηκε εναντίον των Ασσυρίων, Αρμενίων και Ελλήνων κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου πολέμου δεν αποτελεί πλέον κέρδος για την Τουρκία και δεν θα επιτρέψουμε ποτέ να αποτελεί κέρδος. Χαιρετίζουμε τη Δημοκρατία της Αρμενίας να αναγνωρίσει τη Γενοκτονία Ελλήνων και Ασσυρίων. Αυτό μας δίνει κουράγιο και δύναμη για να αναγνωριστεί διεθνώς. Η Τουρκία δεν μπορεί να λάβει τη θέση της μεταξύ των πολιτισμένων κρατών του κόσμου αν δεν αναλάβει πλήρως της ευθύνη του τρομερού εγκλήματος. Η Τουρκία θα πρέπει να σταματήσει τη νοοτροπία της άρνησης και θα πρέπει να σταματήσει την υποστήριξη σε τρομοκρατικές οργανώσεις όπως η ISIS. Η Τουρκία πρέπει να γνωρίζει ότι οι απόγονοι των επιζησάντων των "ξεχασμένων" γενοκτονιών δεν θα σταματήσουν ποτέ να απαιτούν αναγνώριση.

Παρότι η Αρμενική γενοκτονία είναι ευρύτερα αναγνωρισμένη, η Γενοκτονία των Ελλήνων και των Ασσυρίων είναι λιγότερα γνωστές. Αυτές δεν μπορούν να διαχωριστούν από την Αρμενική γιατί διαπράχθηκαν την ίδια περίοδο.

Η γενοκτονία Ελλήνων Αρμενίων και Ασσυρίων είναι μία και είναι ίδια. Ήταν εναντίον των Χριστιανών. Οι Ασσύριοι συνεργάστηκαν με τους Έλληνες και τους Αρμένιους για να αναγνωρίσει τη Γενοκτονία του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.

πηγή : Theophilos Kotsidis


Τετάρτη, Φεβρουαρίου 25, 2015

Σαν σήμερα η Ελληνική Βουλή αναγνώρισε τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου!


Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου αναφέρεται σε σφαγές και εκτοπισμούς εναντίον Ελληνικών πληθυσμών στην περιοχή του Πόντου που πραγματοποιήθηκαν από το κίνημα των Νεότουρκων κατά την περίοδο 1914-1923. Εκτιμάται ότι στοίχισε τη ζωή περίπου 213.000-368.000 Ελλήνων. Οι επιζώντες κατέφυγαν στα βόρεια παράλια του Εύξεινου Πόντου (ΕΣΣΔ), ενώ άλλοι μετακινήθηκαν μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922, στην Ελλάδα.


Τα γεγονότα της εξόντωσης των Ποντίων αναγνωρίζονται επισήμως ως γενοκτονία από το Ελληνικό Κράτος, την Κύπρο, τη Σουηδία, και την τοπική κυβέρνηση της Nότιας Αυστραλίας, της Νέας Νότιας Ουαλίας, σε οχτώ πολιτείες των Η.Π.Α., αλλά και από διεθνείς οργανισμούς, όπως η Διεθνής Ένωση Μελετητών Γενοκτονιών (IAGS, International Association of Genocide Scholars).

Θεωρείται ως μια από τις πρώτες σύγχρονες γενοκτονίες στον εικοστό αιώνα. Η γενοκτονία ήταν ένα προμελετημένο έγκλημα, το οποίο η κυβέρνηση των Νεότουρκων έφερε σε πέρας με συστηματικότητα. Οι μέθοδοι που χρησιμοποίησε ήταν ο εκτοπισμός των γηγενών από τις εστίες τους στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας, η εξάντληση από τις κακουχίες, τα βασανιστήρια, η πείνα και η δίψα, και τα στρατόπεδα εργασίας (Αμελέ Ταμπουρού).


Η διεθνής βιβλιογραφία και τα κρατικά αρχεία πολλών χωρών καταγράφουν το έγκλημα που διαπράχθηκε εναντίον του Ελληνικού πληθυσμού του Πόντου. Η Γενοκτονία των Ποντίων πραγματοποιήθηκε παράλληλα με τις γενοκτονίες σε βάρος και των υπολοίπων Ελλήνων της Μικράς Ασίας, αλλά και των άλλων χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπως η Γενοκτονία των Αρμενίων (1915), αλλά και των Ασσυρίων και των Χαλδαίων.


Η Βουλή των Ελλήνων στις 24 Φεβρουαρίου του 1994, αναγνώρισε τη γενοκτονία των Ποντίων και ψήφισε ομόφωνα για την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου ως "Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού".

Τρίτη, Φεβρουαρίου 10, 2015

Μεταφράζεται στα Ρώσικα το βιβλίο «Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου» του Κ. Φωτιάδη

πηγή : e-pontos.gr

Το Ίδρυμα Ιβάν Σαββίδης έχει αναλάβει την έκδοση της ρώσικης μετάφρασης του βιβλίου που είχε εκδόσει στα ελληνικά το Ελληνικό Κοινοβούλιο το 2005 «Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου». Η μετάφραση του βιβλίου σε έξι ευρωπαϊκές γλώσσες έγινε από τις εκδόσεις του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων, την ίδια χρονιά, όταν Πρόεδρος ήταν ο Απόστολος Κακλαμάνης. Τότε είχαμε συμφωνήσει, παρουσία των βουλευτών Τσιτουρίδη και Καστανίδη, ότι θα προχωρήσουν αμέσως όλες οι εκδόσεις, για να διατεθούν σε πανεπιστήμια, πρεσβείες και ειδικά ερευνητικά κέντρα μελέτης και καταδίκης των εγκλημάτων Γενοκτονίας.

Δέκα χρόνια είχαν φυλακισμένες οι μεταφράσεις, γιατί οι φιλοκεμαλικές κυβερνήσεις της πατρίδας μας, είχαν αυτή την εντολή από τους φίλους Αμερικάνους, αλλά και εξαιτίας της πίεσης, που δέχονταν από την ένοχο και γενοκτονική γειτονική χώρα. Λίγες ημέρες πριν τις εκλογές, μετά από πιέσεις, πήρα τις μεταφράσεις από το προεδρείο της Βουλής και προχωρώ στην έκδοση τους. Ευχαριστώ τον Ιβάν Σαββίδη, που μετά το Συνέδρειο της Μόσχας, για τις γενοκτονίες του 20ου αιώνα, προθυμοποιήθηκε να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στον αγώνα μας για την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου.

Κώστας Φωτιάδης

Τρίτη, Δεκεμβρίου 23, 2014

ΤΑ ΑΥΘΕΝΤΙΚΑ «ΜΑΤΩΜΕΝΑ ΧΩΜΑΤΑ»

«Εγώ, ο Μανώλης Αξιώτης»



Οι συνήθεις πατριώτες βρίσκουν τα "Ματωμένα Χώματα" υπερβολικά διεθνιστικά. Αν διάβαζαν ωστόσο τα απομνημονεύματα του μικρασιάτη πρωταγωνιστή τους, μάλλον θα πίστωναν τη Διδώ Σωτηρίου με αυξημένη δόση εθνικοφροσύνης.
 


Αν υπάρχει ένα βιβλίο που καθόρισε τη συλλογική μνήμη της ελληνικής κοινωνίας για τη Μικρασία, αυτό είναι τα «Ματωμένα Χώματα» της Διδώς Σωτηρίου.

Από το 1962 που πρωτοκυκλοφόρησε μέχρι σήμερα, τα 400.000 αντίτυπά του έχουν διαμορφώσει σε μεγάλο βαθμό την εικόνα του σύγχρονου Ελληνα για τη μικρασιατική εκστρατεία, το τουρκικό εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα και την εθνοκάθαρση του 1922.

Η επιτυχία του βιβλίου δεν είναι δύσκολο να εξηγηθεί. Η ρέουσα αφήγησή του αναπαράγει τα τραυματικά βιώματα των ξεριζωμένων, χωρίς να αμφισβητεί ούτε στο ελάχιστο τα κυρίαρχα εθνικά στερεότυπα για τον «ξύπνιο» ελληνισμό της Ανατολής, τους «καθυστερημένους» κι «αγαθούς» τούρκους γείτονές του ή τους φθονερούς εξ Εσπερίας ανταγωνιστές του.

Ταυτόχρονα, το αντιιμπεριαλιστικό μήνυμά του, εστιασμένο αποκλειστικά στις δολοπλοκίες των δυτικοευρωπαίων καπιταλιστών, δεν μπορούσε παρά να βρει πρόσφορο έδαφος σ' ένα κοινό έντονα σημαδεμένο από την πρόσφατη γερμανική κατοχή, τις αμερικανοβρετανικές ίντριγκες και την αιματηρή κατάπνιξη του εαμικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος.

Δεν είναι έτσι καθόλου τυχαίο που το ίδιο μυθιστόρημα επιστρατεύτηκε τον Αύγουστο του 2007 από την κυβέρνηση Καραμανλή ως εναλλακτικό σχολικό αφήγημα, εθνοπρεπές κι αριστερογενές συνάμα, προορισμένο να καλύψει τα κενά που άφηναν οι περί «συνωστισμού» λακωνικές διατυπώσεις του βραχύβιου «κοσμοπολίτικου» εγχειριδίου Ιστορίας της ΣΤ' Δημοτικού.

Η επιλογή αυτή, η πατρότητα της οποίας αποδόθηκε στον κ. Ρουσόπουλο, δίχασε προς στιγμήν το στρατόπεδο των επικριτών του επίμαχου σχολικού βιβλίου. Κάποιοι πανηγύρισαν για τη διανομή των «Ματωμένων Χωμάτων» στους μαθητές, ενώ άλλοι εξέφρασαν αμφιβολίες κατά πόσον οι ανατριχιαστικές περιγραφές βιαιοτήτων που περιέχει το βιβλίο είναι κατάλληλες για δωδεκάχρονα παιδιά.

Ο ακροδεξιός πυρήνας του «κινήματος» κατήγγειλε, τέλος, την εισαγωγή στα σχολεία του βιβλίου μιας «κομμουνίστριας», χαρακτηρίζοντάς το αναφανδόν «εθνοπροδοτικό».

Παρόμοια πυρά δέχτηκε και η φετινή τηλεοπτική μεταφορά του βιβλίου από τον Κώστα Κουτσομύτη στον Alpha. Οι κριτικές δεν περιορίστηκαν στο ξεχείλωμα της αρχικής αφήγησης που επιβάλλουν οι σεναριακές συμβάσεις της μικρής οθόνης, αλλά επεκτάθηκαν και στο «εθνικώς ύποπτο» περιεχόμενο του σίριαλ. Μπροστά στην αμφισβήτηση του πατριωτισμού της, η διεύθυνση του σταθμού αισθάνθηκε υποχρεωμένη να διαψεύσει επίσημα τη φήμη ότι «σύμβουλος» της σειράς είναι η καθηγήτρια Μαρία Ρεπούση.

Κι όμως, αν για κάτι μπορούν να κατηγορηθούν τα «Ματωμένα Χώματα» (όχι το σίριαλ, αλλά το βιβλίο) είναι ότι η συγγραφέας τους τροποίησε επί το εθνοπρεπέστερο τη μαρτυρία του βασικού ήρωά της, πάνω στην οποία είναι δομημένο όλο το μυθιστόρημα.

Γιατί ο Μανώλης Αξιώτης από τον Κιρκινζέ δεν είναι κάποιο φανταστικό, αλλά απολύτως υπαρκτό πρόσωπο. Οπως διαπιστώνουμε μάλιστα από το αρχείο της Διδώς Σωτηρίου (στο Ε.Λ.Ι.Α.) κι από την προδημοσίευση ενός μέρους του στην «Αυγή» το 1961, αρχικά το μυθιστόρημα έφερε ως τίτλο το όνομα του ήρωά του.

Τα επόμενα χρόνια, ο ίδιος ο Αξιώτης εξέδωσε δυο βιβλία γύρω από τη ζωή του. Το πρώτο, «Το μπερδεμένο κουβάρι» (1965), υπήρξε μια αμφιλεγόμενη απόπειρα «συμπληρώματος», «διόρθωσης» και διεκδίκησης της πατρότητας των «Ματωμένων Χωμάτων». Το δεύτερο κυκλοφόρησε το 1976 με τον παραπλανητικό τίτλο «Ενωμένα Βαλκάνια» (στο εξής: ΕΒ) κι αποτελεί την τελική, αυθεντική αυτοβιογραφία του.

Η σύγκριση αυτής της αυτοβιογραφίας με τα «Ματωμένα Χώματα» αποκαλύπτει πολλές διαφορές μεταξύ των δύο κειμένων. Ορισμένες απ' αυτές υπηρετούν μόνο την οικονομία της αφήγησης, ενώ κάποιες άλλες τροποποιούν αισθητά την οπτική γωνία (και τα βιώματα) του αυτόπτη μάρτυρα - αφηγητή. Ας δούμε μερικές απ' αυτές.

Εμποροι και κατεργάρηδες

Στα 13 του, ο Αξιώτης στάλθηκε απ' τον πατέρα του στη Σμύρνη ως βοηθός σ' εμπορικό κατάστημα. Το πρώτο του αφεντικό, ο Χατζησταυρή Εφέντης, έκλεβε συστηματικά στο ζύγι τους προμηθευτές του τούρκους χωρικούς, ακόμη κι εκείνους που βρίσκονταν σε απόλυτη ένδεια ή αυτοθυσιάζονταν για να βοηθήσουν τους καταχρεωμένους συγγενείς τους (ΕΒ, σ. 28-33).

«Εμείς οι μικροί έμποροι άμα δεν κλέψωμε στο ζύγι δεν μας μένει τίποτε, γιατί οι μεγαλέμποροι δεν μας αφήνουν περιθώριο κέρδους», εξήγησε στο σοκαρισμένο νεαρό.

«Ο,τι αρπάξουμε μέσα στους δυο μήνες, αυτό είναι το κέρδος μας! Και αυτό μόνο από τους Τούρκους χωριάτες! Αγοράζουμε κι από τους Χριστιανούς, αλλά απ' αυτούς εύκολα δεν μπορούμε να κλέψουμε» (σ. 30).

Η Διδώ Σωτηρίου αναπαράγει πιστά την περιγραφή της εξαπάτησης (σ. 46-53), μετασχηματίζει όμως επί το εθνικότερον τις δικαιολογίες του αφεντικού: «Τι είναι το κατιτίς το παραπανίσιο που παίρνω από τούτους εδώ τους διαβόλους, μπροστά σε κείνο που μου τρώει το τούρκικο κράτος; Είδες ποτέ σου το Σελήμ εφέντη, το συνεταίρο μου; Δεν τον είδες κι ούτε θα τόνε δεις. Κι όμως μήνας μπαίνει μήνας βγαίνει μ' αρπάζει τα μισά κέρδη!»

Εκτός από την υποκατάσταση των (απροσδιόριστης εθνικότητας) μεγαλεμπόρων από έναν επινοημένο τούρκο «συνεταίρο», η εθνοπρεπής μεταποίηση της αρχικής μαρτυρίας επεκτείνεται και στη συλλογική αποκατάσταση των ελλήνων της Σμύρνης: «Αργότερα γνώρισα εμπόρους τρανούς, που δεν καταδεχότανε να κάνουνε τις μικροκατεργαριές του Χατζησταυρή», εξηγεί π.χ. ο αφηγητής στα «Ματωμένα Χώματα» (σ. 52), εξυμνώντας το μεγαλέμπορο Σεϊτάνογλου, στο μαγαζί του οποίου «μπαινοβγαίνανε πραγματικοί τσελεμπήδες απ' αυτουνούς που κρατούσανε στα χέρια τους τον πλούτο της Ανατολής» (σ. 62).

Ο ίδιος ο Αξιώτης δεν αναφέρει, ωστόσο, την παραμικρή επαφή του με μεγαλοαστούς. Ως μοναδικούς τίμιους εμπόρους μνημονεύει δε δυο μικρομπακάληδες, τον μπάρμπα-Πέτρο (σ. 33-7) και τον κυρ-Βασιλάκη (σ. 37-8).

Ο Αξιώτης δεν αναφέρει το παραμικρό περί κοντραμπατζήδων (λαθρεμπόρων), ενώ η Σωτηρίου τον βάζει να δουλεύει για λογαριασμό τους και να εξυμνεί τη λεβεντιά τους (σ. 55-61), επιλογή που συνάδει με τη γενικότερη μεταπολεμική στροφή της μικρασιατικής λογοτεχνίας απέναντι στη συγκεκριμένη επαγγελματική κατηγορία.

Δεν αναφέρει επίσης ούτε λέξη για την ανταρτοομάδα του «λεβέντη Στρατή του ξένου», που στα «Ματωμένα Χώματα» βγαίνει στο βουνό τη νύχτα του γάμου του, «τρομοκρατεί» τα τουρκικά αποσπάσματα και πεθαίνει ηρωικά, αποσπώντας το θαυμασμό του επικεφαλής τούρκου αξιωματικού (σ. 97-106). Δεν δηλώνει καν «τροφοδότης μιανής ομάδας» ελλήνων λιποτακτών του οθωμανικού στρατού το 1914-15, όπως τον θέλει η Σωτηρίου (σ. 106).

Λαθρέμποροι και κατσάκηδες

Η αφήγηση των επαφών του με τους λιποτάκτες είναι, αντίθετα, απολύτως αντιηρωική. Μετά βίας δέχτηκε να πάει μια και μοναδική φορά τρόφιμα σε κάποιους, «όλους γνωστούς του», που κρύβονταν σε μια σπηλιά (σ.50).

Οταν αυτοί αφόπλισαν δυο περαστικούς τούρκους χωροφύλακες, η δημογεροντία του χωριού τού ανέθεσε να μεσολαβήσει για την επιστροφή των όπλων, καθώς αυτή η «ανόητος πράξις» μπορούσε να «έχει τρομερές συνέπειες για όλη την κοινότητα» και οι αρχές «να εξορίσουν ολόκληρο το χωριό» (σ. 51). Τα όπλα επιστράφηκαν κι ο λοχίας της τοπικής φρουράς πείστηκε, έναντι αμοιβής, να μην αναφέρει τίποτα στους ανωτέρους του (σ. 51-2).

Λίγο αργότερα, όταν οι λιποτάκτες καταδιώχθηκαν απ' τη Χωροφυλακή, ο Αξιώτης βοήθησε στην περίθαλψη ενός τραυματία πριν τη διακομιδή του στη γειτονική Σάμο (σ. 52).

Η Κατίνα, που στα «Ματωμένα Χώματα» (κι ακόμη περισσότερο στο σίριαλ) παίζει σημαντικό ρόλο στη ζωή του Αξιώτη, στην αυτοβιογραφία του είναι εντελώς περιθωριακή μορφή. Ούτε κόρη έλληνα τσιφλικά που δολοφονήθηκε απ' τους Τούρκους υπήρξε ούτε ανιψιά του παπά του Κιρκινζέ, όπως τη θέλει η Σωτηρίου, αλλά μια απλή προσφυγοπούλα «παρακόρη» της οικογένειας Αξιώτη (σ.145-6). Μετά την καταστροφή, μαθεύτηκε πως «την είχαν παντρέψει με έναν Ελληνομερικανό» (σ. 201).

Σημαδιακός έρωτας του Αξιώτη ήταν αντίθετα η Ενταβιέ, η 17χρονη κόρη μιας τουρκικής οικογένειας της Ανατολίας, όπου ο ίδιος είχε αποσπαστεί ως εργάτης από τα «Τάγματα Εργασίας». Τα έφτιαξε μαζί της (ΕΒ, σ. 92-7) κι αυτή προθυμοποιήθηκε να τον ακολουθήσει στο χωριό του προσποιούμενη τη χριστιανή, ώστε να ξεπεράσουν τους θρησκευτικούς φραγμούς (σ. 115-6). Τελικά, ωστόσο, με παρότρυνση ενός συντρόφου του, την εγκατέλειψε για λόγους που ο ίδιος δυσκολεύεται να εξηγήσει (σ. 116).

Η ενοχή του γι' αυτή την εγκατάλειψη επιβεβαιώνεται ρητά στο «Μπερδεμένο Κουβάρι»: «Αφησες την Εδαβιέ σε ενδιαφέρουσα κατάσταση και έφυγες, χωρίς να σκεφτείς τις συνέπειες που θα είχε η φτωχιά Μάνα Εδαβιέ και το άμοιρό σου σπέρμα», διαβάζουμε εκεί. «Την άφησες μόνο και μόνο γιατί ήταν Τούρκισσα, και εσένα σε είχαν μάθει να μισείς ακόμη και τις αγνές ψυχές, αν αυτές είχαν την "ατυχία" να γεννηθούν από Τουρκάλα μάνα, έστω κι αν είχαν τρυφερότερη ψυχή και από ελληνίδες, όπως ήταν της Εδαβιέ» (σ. 67). Πληροφορούμαστε, μάλιστα, πως την πρώτη εκδοχή των απομνημονευμάτων του την έγραψε όταν είδε σε όνειρο πως «οι γιοι του» (από την Ενταβιέ κι από την ελληνίδα σύζυγό του) συνταντήθηκαν ως φαντάροι στον Εβρο, «αντάλλαξαν τις φωτογραφίες τους και υποσχέθηκαν να μη κτυπηθούν ποτέ μαζί» (σ. 70).

Η Διδώ Σωτηρίου περιφρονεί αυτόν τον εθνικά αντισυμβατικό έρωτα. Στα «Ματωμένα Χώματα» η «ευθύνη» για τη σχέση των δυο νέων επιρρίπτεται αποκλειστικά στην προκλητική Τουρκάλα (σ. 142-5), ο δε Αξιώτης αισθάνεται ότι «μόλυνε την ψυχή του με την πιο αντιχριστιανική πράξη» καθώς «το κορμί τούτης της κοπέλας συμβόλιζε τον προαιώνιο εχτρό μας» (σ. 145). Νιώθει, μάλιστα, την παρόρμηση να την πνίξει στο ποτάμι (σ. 145), αρκείται όμως σ' ένα απλό κήρυγμα (σ. 147).

Για τη σχετικοποίηση του συμβάντος, επινοείται από τη συγγραφέα και μια παλιότερη παρτούζα με τουρκάλα τραγουδίστρια στη Σμύρνη (σ. 144).

Στην αυτοβιογραφία του, ο Αξιώτης υπερασπίζεται, αντίθετα, ρητά τις προσωπικές σχέσεις που διέρρηξαν τους εθνοθρησκευτικούς φραγμούς. Επικαλείται, μάλιστα, έναν έρωτα που επέζησε μέσα στις φλόγες του πολέμου:

«Ενας από τους αγάδες, 35 χρονών, [ο] Αλή μπεγ, αγάπησε μια Κιρκινζώτισα 20 χρονών, τον αγάπησε κι εκείνη και έγιναν ανδρόγυνο, χωρίς να παντρευτούν επίσημα. Οταν ήρθε ο ελληνικός στρατός, η κοπέλα αυτή δεν εγκατέλειψε τον άνδρα της και πήγε μαζί του στη Σμύρνη και κάθησε. Οταν ο ελληνικός στρατός έφυγε από τη Σμύρνη, ο Αλή μπεγ την ρώτησε αν ήθελε να φύγει με τους δικούς της μαζί. Οπως αρνήθηκα να σ' εγκαταλείψω όταν ήρθαν οι Ελληνες, έτσι και τώρα δεν θέλω να σ' αφήσω, εκτός αν με διώχνεις εσύ, του είπε, κι εκείνος την κράτησε και την παντρεύτηκε επίσημα» (σ. 76).

Φόνος και εξιλέωση

Ακόμη κεντρικότερη θέση στις αναμνήσεις του Αξιώτη κατέχει ο φόνος του τούρκου οικογενειάρχη Ισμαήλ, γαμπρού ενός καπετάνιου των κεμαλικών ανταρτών, που συνελήφθη από ελληνικό στρατιωτικό απόσπασμα, ανακρίθηκε με βασανιστήρια κι αποτελειώθηκε από τον αφηγητή με χτύπημα στο κεφάλι (ΕΒ, σ. 150-4).

Ο φόνος συγκαλύφθηκε σαν «θανατηφόρο ατύχημα εν ώρα αποδράσεως», έδωσε όμως στον κομμουνιστή δεκανέα της διμοιρίας την ευκαιρία να διαφωτίσει το νεαρό μικρασιάτη για την πραγματική φύση του πολέμου:

«Πολεμάμε για τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών, ξέρομε πως τον Ισμαήλ τον σκοτώσαμε άδικα, όμως ο πόλεμος το επιβάλλει. [...] Εμάς μας έχει επιστρατεύσει ο ιμπεριαλιστικός, ο κεφαλαιοκρατικός συνασπισμός, για να τρομοκρατήσωμε και να υποτάξωμε τους Τούρκους να δεχθούν τους ληστρικούς όρους που θέλουν να τους επιβάλουν, και ο Κιορ-Μεμέτ μαζί με τον γαμβρό του τον Ισμαήλ και όλον τον τουρκικό λαό πολεμάνε να ελευθερώσουν την πατρίδα τους. Τα λόγια του δεκανέα μου κάνανε μεγάλη εντύπωση. Τώρα κατάλαβα πως αυτός ο βρώμικος πόλεμος, άθελά μου, με είχε κάνει δολοφόνο. Κατάλαβα πως εγώ ήμουν ένας κοινός εγκληματίας, ενώ ο Ισμαήλ ήταν ένας πατριώτης που υπερασπιζόταν την πατρίδα του» (σ. 154).

Δεν πρόκειται για στιγμιαίες σκέψεις αλλά για τομή στη ζωή του Μ. Αξιώτη. Η σύγχυσή του, γράφει, «ξεκαθάρισε ύστερα από 20 χρόνια όταν οι γερμανικές ορδές κατέλαβαν την Ελλάδα και αναγκάσθηκα να βγω στο βουνό μαζί με τα παιδιά μου. Κάθε φορά που χτυπιόμαστε με τους Γερμανούς έβλεπα τον Ισμαήλ ολοζώντανο μπροστά μου. [...] Ναι Μανόλη, μούλεγε, οι Γερμανοί δεν έχουν κανένα δικαίωμα να σε σκοτώσουν, εσύ με το δίκιο σου βγήκες αντάρτης. Για πες μου τώρα, Μανόλη, η Ελλάδα τι ζητούσε στην Τουρκία; Εσύ γιατί βοήθησες τους Ελληνες και δεν ήρθες μαζί μας για να υπερασπισθείς την πατρίδα μου, που ήταν και δική σου πατρίδα; Εκεί είχες την περιουσία σου, εκεί την Εκκλησία σου, εκεί το σχολείο σου, εκεί μεγάλωσες, μαζί με τον Σεφκέτ, τον Χασάν, τον Χουσεΐν και άλλους, και όμως βοήθησες τους εχθρούς των πατριωτών σου, μόνον και μόνον γιατί ήταν ομόθρησκοί σου. [...] Σκεπτόμουν πως αν πέσω μια μέρα στα χέρια των Γερμανών με τον ίδιον, ίσως και χειρότερον ακόμη θάνατο θα ξεπλύνω την αμαρτία που έκανα εναντίον του Ισμαήλ» (σ. 155-6).

Στα «Ματωμένα Χώματα» ο κομμουνιστής δεκανέας απουσιάζει παντελώς, ενώ ο φόνος του Ισμαήλ «μετριάζεται» με την αντιπαραβολή ακόμη χειρότερων τουρκικών αγριοτήτων (σ. 219-27).

Η κατάρρευση

Η Σωτηρίου θέλει τον ήρωά της να προσπαθεί ν' αποτρέψει την κατάρρευση του μετώπου τον Αύγουστο του 1922, παροτρύνοντας τους συντρόφους του να μείνουν στις θέσεις τους (σ. 284).

Στις αναμνήσεις του ο Μανώλης Αξιώτης δεν αναφέρει ωστόσο τίποτα σχετικό (σ. 168).

Γλαφυρότατος είναι, αντίθετα, όσον αφορά τις αγριότητες του διαλυμένου στρατού σε βάρος του άμαχου τουρκικού πληθυσμού: «Σαν αγέλη πεινασμένων λύκων έπεφταν οι φαντάροι μέσα στα χωριά που βρίσκονταν στο δρόμο τους. Αν οι κάτοικοι είχαν προνοήσει, και τραβηχθεί προς τα βουνά, οι φαντάροι ξεθύμαιναν στα σπίτια τους. Τα λεηλατούσαν και τα πυρπολούσαν. Δεν δίσταζαν να ξεκοιλιάσουν και κανέναν γέρο ή γριά που δεν μπόρεσε ή δεν θέλησε να φύγει, πιστεύοντας πως ήθελαν σεβαστεί την ηλικία τους. Την εκδικητική και καταστροφική μανία των αδιστάκτων και απείθαρχων πλέον φαντάρων την επλήρωσαν πολύ ακριβά όσα χωριά δεν πρόφθασαν ή δεν θέλησαν να φύγουν, νομίζοντας πως η παρουσία τους θα ήταν αρκετή για να σωθούν τα υπάρχοντά τους. Ούτε τα υπάρχοντά τους, ούτε την τιμή τους μα ούτε και την ζωή τους μπόρεσαν να σώσουν. [...] Ο Ελληνικός Στρατός είχε μεταβληθεί σ' ένα άτακτο και αχαλίνωτο μπουλούκι. Οποιο χωριό, πόλη ή κωμόπολη κι αν περνούσε, οργίαζε... Δεν άφηνε τίποτα όρθιο. Εσφαζε, βίαζε, λεηλατούσε, έκαιγε, κι άφηνε πίσω του ερείπια, καπνούς, αίμα και δάκρυα. Μια απαίσια φλόγα είχε βγει από το Αφιόν Καραχισάρ κι ώσπου να φθάσω στην Σμύρνη πάντα εμπρός μου βρισκόταν» (σ. 169-70).

Η αλληλοεξόντωση

Η περιγραφή της εξοντωτικής μεταχείρισης των ελλήνων αιχμαλώτων παρουσιάζει επίσης σημαντικές διαφορές στα δυο βιβλία. Η εκδοχή της Σωτηρίου έχει εμπλουτιστεί, συνήθως μέσω δευτερευουσών αφηγήσεων, με πολύ περισσότερες τουρκικές αγριότητες απ' όσες αναφέρει ο Αξιώτης.

Το κυριότερο είναι όμως ότι, στα «Ματωμένα Χώματα», η συμπεριφορά των Τούρκων εμφανίζεται καθολικά σαδιστική. Ενα τυπικό δείγμα -από τα πολλά- αφορά τις συνθήκες εγκλεισμού των αιχμαλώτων μετά την άφιξή τους στη Μαγνησία (Μανισά).

Η Διδώ Σωτηρίου θέλει τον Αξιώτη να περιγράφει το γεγονός ως εξής: «Μας βάλανε με άλλους πεντακόσιους αιχμαλώτους σ' ένα στρατόπεδο με συρματόπλεγμα. Οξω από το συρματόπλεγμα ήτανε μια μεγάλη βρύση με τρεις κάνουλες και τρεις γούρνες. Στεκόντανε Τούρκοι, ποτίζανε τα ζωνανά τους. Πίνανε κι ατοί τους, δροσιζόντανε και μας περιπαίζανε. Τους παρακολούσαμε μ' άγριο μάτι. Υστερα -πώς έγινε- δίχως συνεννόηση, χυμήξαμε όλοι μαζί, αρπάξαμε τα συρματοπλέγματα και με μια μόνη κίνηση τα ξεριζώσαμε! Τρέξαμε στη βρύση μ' αλλαλαγμούς και μουγκρητά. Αρχίσαμε ν' αρπαζόμαστε στα χέρια, ποιος πρώτος θα πιεί. Ολα γίνηκαν τόσο γρήγορα! Κανένας φρουρός δεν πυροβόλησε. Μας κοιτούσανε που δερνόμαστε και δαγκωνόμαστε αναμεταξύ μας» (σ. 325).

Η εξιστόρηση του ίδιου συμβάντος απ' τον Αξιώτη είναι ωστόσο πολύ διαφορετική: «Φθάσαμε στη Μαγνησία και μας έβαλαν σ' ένα Σχολείο. Στην αυλή είχε μια βρύση με αρκετό νερό. Αν βρισκόταν κάποιος να μας βάλει στη σειρά σε 2-3 ώρες όλοι θα ξεδιψούσαμε, αλλά εμείς είχαμε χάσει τον έλεγχόν μας. Εκείνοι που πήγαν πρώτοι κοντά στη βρύση, έπιναν, έπιναν, φούσκωναν αλλά δεν έφευγαν από τη βρύση, ενώ εκείνη τη στιγμή άλλοι πέθαιναν με τον μαρτυρικό θάνατο της αφυδατώσεως. Οι τόσο τραγικές συνθήκες που ζήσαμε ώσπου ναρθούμε εκεί μας είχαν εξαθλιώσει σε τέτοιον βαθμό που είχαμε αποκτηνωθεί και χάσει κάθε μέτρον ανθρωπιάς. Ολόκληρο εικοσιτετράωρο παλέβαμε μεταξύ μας χωρίς να μπορούμε να πιούμε μια γουλιά νερό, ενώ εκείνο το ευλογημένο έτρεχε τόσο, που θα μπορούσε να μας σβήσει τη δίψα μέσα σε δυο ώρες αν μπορούσαμε να χαλιναγωγηθούμε. Την άλλη μέρα το βράδι αφήσαμε πάνω από 50 πεθαμένους από δίψα και ποδοπατημένους κοντά στη βρύση» (σ. 190).

Οι «τουρκόσποροι»

Από τα «Ματωμένα Χώματα» απουσιάζει, τέλος, το πικρό παράπονο του αφηγητή για την υποδοχή των Μικρασιατών στην καινούρια τους πατρίδα.

«Ανεξάρτητα από την επίσημη κρατική ευμενή υποδοχή», διαβάζουμε στις αναμνήσεις του, «ο ελληνικός πληθυσμός στη συντριπτική του πλειοψηφία μας υποδέχθηκε με εχθρότητα. Στην Τουρκία είχαμε τη διακριτική σφραγίδα του γκιαβούρ (άπιστοι), η οποία τώρα αντικαταστάθηκε από την ταπεινωτική σφραγίδα του πρόσφυγα. Τουρκόσπορους και παληοπρόσφυγους μας αποκαλούσαν» (σ. 200).

Σαράντα χρόνια μετά, κι ενώ τα ενδιάμεσα κοσμοϊστορικά γεγονότα είχαν επιβεβαιώσει την ολοσχερή ενσωμάτωση των προσφύγων στον εθνικό κορμό, αυτές οι τραυματικές αναμνήσεις δεν χωρούσαν πια στην ανακατεργασμένη συλλογική μνήμη. Οχι μόνο στον επίσημο μύθο της εθνικόφρονος δεξιάς, αλλά ούτε και στην αριστερή εκδοχή του.
 




Ραγιάδες δύο ταχυτήτων

Μια σοβαρή διαφορά ανάμεσα στα «Ματωμένα Χώματα» και την αυτοβιογραφία του πρωταγωνιστή τους αφορά την ανάλυση των αιτίων της μικρασιατικής τραγωδίας: Για τη Διδώ Σωτηρίου, που υιοθετεί το αντιιμπεριαλιστικό σχήμα της αριστεράς στη βενιζελογενή εκδοχή του, η καταστροφή του ελληνισμού της Ανατολής ήταν το αποτέλεσμα της υπόθαλψης του τουρκικού εθνικισμού από το δυτικό κεφάλαιο, που ήθελε να βγάλει από τη μέση έναν ενοχλητικό ανταγωνιστή. Ο Μανώλης Αξιώτης συμμερίζεται πλήρως αυτό το σχήμα, μεγάλο μερίδιο ευθύνης επιρρίπτει ωστόσο και στους κήρυκες του ελληνικού εθνικισμού:

«Η αρχή του κακού», διαβάζουμε στις αναμνήσεις του, «θα πρέπει να αναζητηθεί στα ελληνικά, γαλλικά, αγγλικά και γερμανικά σχολεία. Ολοι οι δάσκαλοι και καθηγηταί που δίδασκαν στα σχολεία του Μικρασιατικού Ελληνισμού προέρχονταν από την Ελλάδα. Των γαλλικών από τη Γαλλία και των αγγλικών από την Αγγλία. Σε κανένα από αυτά τα σχολεία δεν υπήρχε τούρκικος έλεγχος. Το κάθε σχολείο ανάλογα με την προέλευση του δασκάλου δίδασκε στα παιδιά Εθνική Αγωγή όπως του σύμφερνε. Ετσι τα παιδιά, ακόμα και τα Τουρκόπουλα, που είχαν την ατυχία να φοιτήσουν στα σχολεία αυτά, να γίνωνται ξενόφιλοι και εχθρικά κατά κάποιον τρόπο ενάντια στην ίδια την Πατρίδα τους. Η Τουρκία ήταν ξέφραγο αμπέλι για όλων των ειδών κατασκόπους και προβοκάτορες» (σ. 22).

Στα «Ματωμένα Χώματα», αντίθετα, ο ελληνοδιδάσκαλος είναι μια ρομαντική, θετική μορφή (σ. 22-4) που λειτουργεί ως υπόδειγμα για τον νεαρό Μικρασιάτη (σ. 45). Και φυσικά στο μυθιστόρημα δεν χωρά η άποψη του Αξιώτη, ότι «στην ουσία οι Τούρκοι ήταν πολύ περισσότερο ραγιάδες από μας», καθώς το μοναδικό θεσμικό «προνόμιό» τους στις αρχές του 20ού αιώνα (η στράτευση) λειτουργούσε ουσιαστικά ως μηχανισμός οικονομικής υποδούλωσής τους στους Ελληνες, που απαλλάσσονταν από τη στρατιωτική θητεία με πολύ μικρότερο κόστος:

«Οι τούρκοι γονείς έβγαζαν το αμπέλι, το συκομπαξέ ή το χωράφι τους στο σφυρί. Ερχονταν στο γείτονά τους Κιρκιζιώτη. Δημήτρη Δαγή, έχασα το μεγάλο μου γιο στον πόλεμο της Υεμένης. Τώρα ήρθε η σειρά του να πάγει και ο μικρός. Εχει φοβηθεί το μάτι μου. Φοβάμαι να μην χάσω κι αυτόν και αποφάσισα να πουλήσω τον συκομπαξέ μου. Εσύ, ο Θεός να στα χαρίσει, έχεις! (Είχε, γιατί δεν είχε εκείνο το τρομερό δικαίωμα να στρατευτεί). Κάνε μου τη χάρη και πάρε το κτήμα μου αυτό να το βλέπω τουλάχιστον στα χέρια ενός ανθρώπου που τον γνωρίζω τόσα χρόνια. Ετσι, οι Κιρκιζώτες επωφελούμενοι από την περίσταση το αγόραζαν και είχαν αγοράσει πολλά κτήματα. Ομως αυτό σιγά σγά άρχισε να δημιουργεί ένα μίσος, μια ζηλοφθονία στους γειτόνους μας» (σ. 21).

Η διαφορά μεταξύ των δυο αφηγήσεων ίσως οφείλεται και στη συγκυρία. Τα απομνημονεύματα του Αξιώτη εκδόθηκαν μετά τη Μεταπολίτευση, σε συνθήκες δημοκρατίας, ενώ τα «Ματωμένα Χώματα» κυκλοφόρησαν κάτω από το αστυνομικό μετεμφυλιακό κράτος της ΕΡΕ. Σε μεταγενέστερο βιβλίο της, η Διδώ Σωτηρίου καταγγέλλει άλλωστε πλήρως τον «επικίνδυνο, ανέφικτο επεκτατισμό» της Μεγάλης Ιδέας, μεμφόμενη τον Βενιζέλο για την τυχοδιωκτική και ξενοκίνητη αποστολή του ελληνικού στρατού στην Ιωνία («Η Μικρασιατική καταστροφή και η στρατηγική του ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Μεσόγειο», εκδ. Κέδρος, Αθήνα 1975).

Ενα συμπληρωματικό ερμηνευτικό κλειδί προσφέρει η ιδιαίτερη γλωσσοπολιτισμική ταυτότητα του Μανώλη Αξιώτη. «Εμένα η μητρική μου γλώσσα ήταν Τούρκικη», γράφει χαρακτηριστικά στο «Μπερδεμένο Κουβάρι». «Τα Ελληνικά τα έμαθα στο σχολείο και στο Πανεπιστήμιο της ζωής» (σ. 92). Η αίσθηση αυτή της «μειονεξίας» του, απέναντι στην κυρίαρχη ελληνόγλωσση νόρμα, επιβεβαιώνεται από την περιφρονητική σημείωση της Διδώς στο αντίτυπο που της αφιέρωσε: «Ενα δειγματάκι από το αδελφάκι των Ματωμένων Χωμάτων: το Μπερδεμένο Κουβάρι, όταν του έμαθα να γράφει στοιχειωδώς ολίγα ελληνικά».

Στην τελευταία επιστολή του προς την «πάλαι ποτέ φίλη» του, ο Αξιώτης επιδεικνύει ωστόσο μια ιδιότυπη χειραφέτηση: χρησιμοποιεί ένα αυτοσχέδιο λατινικό αλφάβητο και βάζει χρονολογία στα τουρκικά («Atina Mayis 15, 1968»). Μεταξύ άλλων, πληροφορεί τη Διδώ πως έμαθε «λατινική φωνή και ανάγνωση» και ότι «έγραψε τα απομνημονεύματά του στην τουρκική γλώσσα». Το βιβλίο ονομαζόταν «Baris, Koprusu» («Γέφυρα Ειρήνης») και φέρεται να εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1974.
 




ΔΙΑΒΑΣΤΕ

Διδώ Σωτηρίου
«Ματωμένα Χώματα»


(Αθήνα 1962, εκδ. Κέδρος).
Η πασίγνωστη βιογραφία του Μανώλη Αξιώτη, που διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό τη συλλογική μνήμη για το μικρασιατικό δράμα. Οι παραπομπές στο άρθρο γίνονται από την 93η έκδοση/394η χιλιάδα (Αθήνα 2008).

Μανώλης Αξιώτης
«Το μπερδεμένο κουβάρι»


(Αθήνα 1965, εκδ. Το Ελληνικό Βιβλίο).
Το πρώτο βιβλίο του ήρωα της Διδώς Σωτηρίου επιχειρεί να «συμπληρώσει» (και ενίοτε να διορθώσει) την εκδοχή των «Ματωμένων Χωμάτων».

Μανώλης Αξιώτης
«Ενωμένα Βαλκάνια»


(Πειραιεύς 1976).
Η τελική αυτοβιογραφία του πρωταγωνιστή των «Ματωμένων Χωμάτων», αισθητά διαφορετική από το μυθιστορηματικό μπεστ σέλερ.

Αγγέλα Καστρινάκη
«Το 1922 και οι λογοτεχνικές αναθεωρήσεις»


(στο συλλογικό «Ο Ελληνικός Κόσμος ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση», Αθήνα 1999, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, τομ. Α', σ. 165-74).
Εξαιρετική ανάλυση της σταδιακής αναθεώρησης της λογοτεχνικής εικόνας του μικρασιατικού πολέμου επί το «πατριωτικότερον» (άμβλυνση των αρχικών αναφορών στις ελληνικές βιαιότητες ή τις ενδοελληνικές κοινωνικές αντιθέσεις, αποκατάσταση του κλήρου και επικράτηση ενός μονομερούς αντιτουρκισμού).

Τάσος Κωστόπουλος
«Πόλεμος και εθνοκάθαρση. Η ξεχασμένη πλευρά μιας δεκαετούς εθνικής εξόρμησης, 1912-1922»


(Αθήνα 2007, εκδ. Βιβλιόραμα).
Σκιαγράφηση της πολύπλευρης βίας που υπέστησαν οι άμαχοι πληθυσμοί των Βαλκανίων και της Μ. Ασίας κατά τη διάρκεια της «ένδοξης» δεκαετίας. Εκτενής αναφορά τόσο στην εθνοκάθαρση των Ελλήνων της Μικρασίας από το κεμαλικό κίνημα όσο και στις αγριότητες του ελληνικού στρατού κατά του τουρκικού πληθυσμού.



 
ΠΗΓΉ Ελευθεροτυπία, 4/1/2009