Η μπαλάντα της αγνότητας
Αχ! λιώνανε σαν το κερί πάνω στο χάδι
Κι έλεγε αυτός: είναι δική μου τώρα!
Κι όπως φούντωνε η φλόγα το σκοτάδι
Έλεγ' αυτή: είμαστε μόνοι αυτή την ώρα!
Της φίλησε απαλά το μέτωπο της
Γιατί πόρνη άχ! δεν ήταν
Και δέν ήθελε να γίνει τώρα.
Ω, το παιχνίδι των χεριών το ηδονικό!
Ω, επιθυμίες της άγριας ψυχής τους!
Τον έρωτα να πνίξουν το γλυκό
Παρακαλούν κι οι δυο στην προσευχή τους.
Κι αυτή στο μέτωπο του απαλά
Γιατί δεν ήταν πόρνη, τον φιλά!
Άμοιρη, βλέπεις, στα μυστικά του έρωτα τους...
Κι' όπως δεν ήθελε την παρθενιά της να πειράξει
Πήγε σε μια πόρνη κάποια μέρα
Του μαθαίνει το πως και τι στη πράξη
Και της Φύσης τις γιορτές, πέρα ως πέρα!
Μα το κορμί της γι' αυτόν ήταν μια κάποια λήθη
Κι ενώ δεν ήτανε κανένα κουτορνίθι
Όρκο έδωσε και τον φυλάει σα βέρα.
Αυτή τη φλόγα της να σβήσει
Που 'κείνος άθελα της είχε κορώσει
Σ' ενός μπερμπάντη πήγε τή χρήση
Που ετρύγα αλύπητα όποια γραπώσει!
(Και να την κουτουπώσει καθόλου δέ θ' αργήσει
στης σκάλας μια γωνιά, αφού τήνε ξαπλώσει).
Όπως νά χει, πολλή θέρμη βρήκε στου αντρός την αγκαλιά
Μα καλόγρια δεν ήταν η καλή μας κοπελιά
Ο πόθος μοναχά την είχε τώρα ζώσει.
Και 'παινούσε το μυαλό του ολοένα
Πως ξύπνιο στάθηκε αληθινά:
Στο μέτωπο της να φιλήσει την παρθένα
Το βλογημένο Μάη μόνον, αγνά
Θεομπαίχτης τώρ' αυτός κι' αυτή πόρνη αχ! αλί τους
Στο μέτωπο γραμμένη έχουν τώρα τη ντροπή τους:
Και βρωμιά μύρισαν όλα, στα στερνά.
Μπέρτολτ Μπρεχτ
Die Kleinburgerhochzeit (1919)
Die Kleinburgerhochzeit (1919)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου