Χθες βρέθηκα στην εκδήλωση «Τρεις γενοκτονίες, ένας θύτης» που οργάνωσε η Νεολαία Π.Ο.Ε., που συμμετείχε και ο Τούρκος ιστορικός Τανέρ Ακτσάμ. Βρέθηκα εκεί, διότι κάποιοι από την Νεολαία Π.Ο.Ε. με ενημέρωσαν μέσω του Facebook και κάποιοι με κάλεσαν με τηλεφωνικό μήνυμα που μου έστειλαν. Παρόλο που τα τελευταία 5-6 χρόνια αρνούμαι να πάω στις εκδηλώσεις των ποντίων εδώ στην Ελλάδα, που συνήθως , όπως έχω καταλάβει, οργανώνονται μόνο και μόνο για να διαφημίζονται κάποιοι πολιτικοί. Αρνούμαι να πάω, διότι πιστεύω ότι σε αυτές τις εκδηλώσεις πουλάνε τα κόκκαλα των παππούδων μας που είναι σκορπισμένα σε κάθε τετραγωνικό γης του Πόντου. Κάνουν τις γνωριμίες και τις επαφές τους που θα τους χρησιμεύουν για μελλοντική καριέρα. Κάνουν το μπλά μπλά και το κουτσομπολιό τους για να έχουν και ψυχολογική ευχαρίστηση. Πήγα σε αυτήν την εκδήλωση, διότι ήθελα να ακούσω τον Τούρκο ιστορικό. Ήταν σημαντικό για μένα να ακούσω από τρίτον για την γενοκτονία.
Δεν με καλωσόρισε κανείς
Όταν έφτασα στο χολ, δίπλα στην είσοδο της αίθουσας της παλαιάς βουλής, όπου γινόταν και η υποδοχή των εκλεκτών (?) ατόμων, παρέμεινα εκεί όρθιος για λίγο. Παρατήρησα χαιρετισμούς, χαμόγελα προς τους εκλεκτούς προσκεκλημένους, αγκαλιές, κλπ. Εγώ έμεινα εκεί όρθιος, σαν να ήμουν ένας τυχαίος περαστικός. «Ε , δεν με γνωρίζει κανένας από την νεολαία» σκέφθηκα. Αφού δεν είχα να μοιραστώ κάτι με ανθρώπους που δεν με γνώριζαν, αναγκάστηκα να πάω να κάτσω κάπου ώστε να παρακολουθήσω την εκδήλωση. Στο χολ υπήρξε ένα τραπέζι στο οποίο καθόταν μία κοπέλα η οποία ήταν υπεύθυνη εκεί και μοίραζε ακουστικά. Πήγα και της ζήτησα ακουστικά και εγώ. Παρόλο που ερωτούσε την ταυτότητα του καθενός για να σημειώσει σε ποίον έδωσε ακουστικά, εμένα μου έδωσε τα ακουστικά και χωρίς να με ρωτήσει, στη λίστα έγραψε «Βάιος από Νέα Μάκρη». Ίσως εγώ πρώτη φορά να την έχω συναντήσει. Δεν την γνώριζα. Αλλά εκείνη φάνηκε πως με γνώριζε καλά, μέχρι και που μένω ήξερε. Εγώ δεν έχω ανάγκη από ψευδοχαμόγελα, ούτε από υποδοχές. Άλλωστε δεν μου αρέσουν και τα χάδια, ακόμη και η πολλή επαφή με τον κόσμο, αλλά μου έκανε εντύπωση το ποιούς υποδέχονται και ποιούς όχι. «Δεν πειράζει» είπα από μέσα μου και πήγα κάθισα σε μία θέση που βρήκα άδεια στην πίσω πλευρά της αίθουσας. Παρακολούθησα με προσοχή όλη την εκδήλωση, άκουσα όλους τους ομιλητές. Ανακοινώθηκε διάλειμμα για πέντε λεπτά. Βγήκα έξω κάπνισα ένα τσιγάρο και ξαναμπήκα μέσα. Άρχισαν να μιλούν οι πολιτικοί. Μέσα σε αυτούς ήταν και ο πρώην Υπουργός Δημόσιας Τάξης, ο Χρυσοχοΐδης.
Τιμήθηκα ως Ψεύτης
Παρόλο που δεν ήθελα, τον άκουσα αρκετά. Μία στιγμή, άρχισε να μιλάει για τους Ελληνόφωνους Πόντιους της Τουρκίας. Εκεί αναζωπυρώθηκαν οι πικρίες πού είχα και πήρα φωτιά. Σηκώθηκα κα ζήτησα λόγο για ερώτηση, αφού δίνανε και σε κάποιους άλλους. Τον ρώτησα: «Κύριε Χρυσοχοΐδη, είμαι ένας Πόντιος από την Τραπεζούντα και σας ακούω τελευταία να μιλάτε δεξιά αριστερά για μας, για Ελληνόφωνους του Πόντου, γιατί τότε όταν ήσασταν Υπουργός Δημόσιας Τάξης, πήγατε να μας διώξετε?». Μία στιγμή είχε πάθει σοκ ο άνθρωπος. Δεν περίμενε τέτοια ερώτηση. Φάνηκε πώς μέχρι τότε δεν του το ρώτησε κανένας δημοσίως. Το πρόσωπο του είχε αλλάξει χρώμα. Απαντάει ο Χρυσοχοΐδης: «αυτά που λέτε είναι ψευδή και μην ξανά λέτε τέτοια ψέματα». Δεν πίστευα στην απάντηση που πείρα. Αφού μέσα σε αυτούς που κατάφερε να διώξει, ήταν και ο αδελφός μου. Εγώ έγινα ψεύτης και αυτός σωστός. Μα το γεγονός, το είχαν γράψει σχεδόν όλες οι εφημερίδες. Διακόσιοι εξήντα περίπου πρυτάνεις, καθηγητές, κλπ. πανεπιστημίου είχαν υπογράψει για να μην απελαθούν οι φοιτητές. Δήλωσαν ότι θα τους δώσουν πανεπιστημιακό άσυλο, κλπ. Δηλαδή ολόκληρη φασαρία είχε βγει τότε. Συνολικά για οκτώ φοιτητές είχε παρθεί απόφαση απέλασης, ενώ είχαν άδεια παραμονής. Και τα παιδιά αυτά, σπουδάζανε σε διάφορα Ελληνικά πανεπιστήμια. Τους φέρανε εδώ στην Ελλάδα, άτομα που ήταν μέσα του ΠΑΣΟΚ. Ένας από αυτά τα παιδιά, ήταν και ο Fethi Gultepe, που σήμερα και αυτός, όπως και άλλα παιδιά, δεν έχουν άδεια παραμονής.
Τον αδελφό μου τον έδιωξαν με έναν χυδαίο τρόπο. Έχοντας άδεια παραμονής ο άνθρωπος, όπως και ο κάθε αλλοδαπός, είχε πάει για να επισκεφτεί την πατρίδα του. Στον γυρισμό, εδώ στο αεροδρόμιο στην Αθήνα, τον σταματήσανε. «Τουρσούν ε... περίμενε εκεί στην άκρη» του είπε ο αστυνομικός. Φαίνεται πώς είχε ειδοποιηθεί για το επίθετο μου ο τύπος. Ήξερε το «Τουρσούν». Τελικά με ειδοποίησε με τηλέφωνο ο αδελφός μου και εγώ με τη σειρά μου, ειδοποίησα κάποια άτομα που γνώριζα στην τότε Ομοσπονδία ΟΠΣΝΕ. Μόλις κατάλαβα ότι δεν θα τον αφήσουν, ζήτησα από Πόντιους γνωστούς να μαζευτούμε και να διαμαρτυρηθούμε στο αεροδρόμιο, ώστε να αφήσουν τον αδελφό μου ελεύθερο για να μπει μέσα. Εμείς από την Νέα Μάκρη, όλοι όσοι είχαμε έρθει από την Τραπεζούντα μαζευτήκαμε και πήγαμε στο αεροδρόμιο. Από τους Ελλάδιτες αυτοί που ήρθαν, όλοι κι όλοι ήταν τρία άτομα. Ό ένας από αυτούς, φάνηκε πώς είχε φιλική σχέση με τον κ. Ευσταθιάδη, ο οποίος ήταν διευθυντής του γραφείου υπουργού δημόσιας τάξης. Του λέει στο τηλέφωνο: «Τάκη, αυτοί εδώ φαίνεται πώς είναι αποφασισμένοι να δημιουργήσουν φασαρίες, αφήστε το παιδί να μπει μέσα.». Του απαντάει αρνητικά ο κ. Δημήτρης Ευσταθιάδης. Μόλις κατάλαβα ότι τα πράγματα είναι σοβαρά, καλώ στο τηλέφωνο διάφορα τηλεοπτικά κανάλια και τους ενημερώνω για το γεγονός. Σε κάμποσα λεπτά, είχαν φτάσει τέσσερα κανάλια στο αεροδρόμιο για να βιντεοσκοπήσουν τις φασαρίες. Μόλις παρατήρησε τους δημοσιογράφους ο διευθυντής του αεροδρομίου, έδωσε εντολή στους αστυνομικούς, που μέχρι τότε μας συμπεριφερόντουσαν σκληρά, να χαλαρώσουν , ώστε να μας απομακρύνουν από την είσοδο του αεροδρομίου. Μάς κάλεσε για να συμβιβαστεί μαζί μας. Πήγαμε λοιπόν στο γραφείο του. Μας είπε: «παιδιά ακούστε, εδώ είναι ένας κράτος με νόμους, κλπ. Να μην το εξευτελίζουμε. Αφού βγήκε απόφαση για την απέλαση του, ας πάει και αύριο ας πάρει την βίζα του από το Ελληνικό προξενείο και ας γυρίσει πίσω. Μία μέρα, μόνο, θα χάσετε. Δεν χάθηκε και ο κόσμος.». Η αλήθεια είναι ότι εμείς πιεστήκαμε. Αφήσαμε τον αδελφό μου εκεί και αποχωρίσαμε. Ο αδελφός μου απελάθηκε. Την άλλη μέρα ο αδελφός μου πάει στο Ελληνικό προξενείο της Κωνσταντινούπολης για να πάρει την βίζα του όπως μας είχαν πει. Του είπαν από το προξενείο: «φιλέ, το διαβατήριο σου είναι σφραγισμένο και έχεις απαγόρευση εισόδου για πέντε χρόνια στην Ελλάδα.». Έπαθε σοκ το παιδί. Με παίρνει τηλέφωνο και αρχίζει να μου τα μετράει. Έπαθα και εγώ το σοκ μου αλλά πλέον δεν είχα να κάνω κάτι. Όσο προσπάθησα με γνωριμίες που είχα, δεν κατάφερα τίποτα, ώστε να πάρει βίζα για να ξαναέρθει πίσω ο αδελφός μου.
Αυτός λοιπόν ο κύριος που μας έκανε όλα αυτά, με κατηγόρησε ως ψεύτη και έτσι άρχισα να φωνάζω στην αίθουσα. Τελικά βγαίνω έξω. Μόλις είδε ο Χρυσοχοΐδης ότι βγήκα έξω, αφού είχε χάσει και ο εγκέφαλος του τον έλεγχο πια, γυρίζει και διαψεύδει ο ίδιος τον εαυτό του μέσα σε ξένους προσκεκλημένους. Είπε λοιπόν: «κάποια ζητήματα είναι λεπτά και για λόγους κρατικών συμφερόντων δεν λέγονται εδώ». Άρα ήθελε να πει, αν δεν κάνω λάθος, για κρατικά συμφέροντα πήγε να μας διώξει. Δηλαδή τα μπέρδεψε ο καημένος. Να σας πω, «τον λυπήθηκα» αν θέλετε την αλήθεια. Γιατί ξέρω πάρα πολύ καλά ότι αυτός ήταν απλά ένα όργανο που εκτελούσε την εντολή της κυβέρνησης του. Ο Γιώργος Παπανδρέου, ο οποίος τότε ήταν υπουργός εξωτερικών τα είχε κανονίσει, συνεννοούμενος με τον τότε Τούρκο ομόλογο του τον Ισμαίλ Τζέμ. Αλλά εδώ θέλω να ρωτήσω τώρα, «κύριε Χρυσοχοΐδη, ποια ήταν αυτά τα κρατικά συμφέροντα? Στο φτωχό μου μυαλό τρία πράγματα έρχονται.
- Το πρώτο είναι ότι φοβηθήκατε τους Τούρκους και μας πουλήσατε.
- Το δεύτερο είναι ότι τα πήρατε και μας πουλήσατε.
- Το τρίτο και τελευταίο είναι ότι όλους εμάς, μας θεωρήσατε κατάσκοπους. Ποιο από αυτά τα ενδεχόμενα ήταν η αιτία που δεν μπόρεσες να πεις?».
Με κατηγόρησαν για στημένο παιχνίδι και με απείλησαν.
Το σκηνικό δεν είχε τελειώσει με την έξοδό μου από την αίθουσα. Όλοι οι Πασοκτζήδες πήραν φωτιά. Εκεί έξω με πρόλαβε ένας φίλος μου (?) και μου έβαλε τις φωνές. «Βαχίτ τι ήταν αυτό το στημένο παιχνίδι που έπαιξες?» μου είπε. Δεύτερο σοκ και εκεί λοιπόν, από έναν που για πολλά χρόνια γνωριζόμασταν. Εγώ έβγαλα τον πόνο μου και το παράπονό μου, κι αυτός με κατηγορούσε ότι το έκανα καθ υπαγόρευση και από σκοπιμότητα. Ίσως, εξ ιδίων να έκρινε τα αλλότρια…. Συνεχίζοντας την κουβέντα του φωνάζοντας, λες κι ήμουν ένα μικρό παιδί, μου λέει: «το ΠΑΣΟΚ αύριο θα είναι εξουσία. Τί θα κάνεις τότε;». Δηλαδή άφησε να εννοηθεί ότι μόλις έρθουν στην εξουσία, μπορεί να με διώξουν. Σίγουρα φαντάστηκε ότι χέστικα από τον φόβο μου. Φαίνεται πώς ακόμη κανείς δεν με γνωρίζει καλά. Εγώ αν ήμουν ένας φοβητσιάρης, δεν θα αγωνιζόμουν τόσα χρόνια απέναντι σε έναν κρατικό τέρας που λέγεται Τουρκία, ζώντας κιόλας σε απαράδεκτες συνθήκες εδώ στην Ελλάδα. Εγώ που τόσα χρόνια, δίνοντας έναν αγώνα δέχτηκα βρισιές, λασπολογίες, απειλές από άγνωστους τύπους που ξέρανε μέχρι και την διεύθυνση του σπιτιού μου και δεν φοβήθηκα, θα φοβηθώ την εξουσία του ΠΑΣΟΚ...
Μόλις είχα γλιτώσει από τις μομφές του σεβαστού φίλου μου λοιπόν, απευθύνεται προς εμένα κάποιος άλλος που μάλλον παλαιά ήταν και αυτός στην ΟΠΣΝΕ. «Τόσες μέρες χάσαμε και τόσες νύχτες δεν κοιμηθήκαμε για σένα και εσύ μας τα κάνεις αυτά. Σε βοηθήσαμε τόσο ώστε να μην σε διώξει κανείς, άλλο τί θες?» μου λέει με έναν άγριο ύφος. Τον είχα συναντήσει πολλές φορές αλλά δεν έτυχε να γνωριστούμε τόσο καλά από κοντά. Με τον κύριο αυτόν, δεν θυμάμαι και αν καθίσαμε σε ένα τραπέζι και φάγαμε μαζί. Γιατί δεν κοιμήθηκε για μένα δεν το ξέρω. Πάντως με αυτά που μου μέτρησε, ήθελε να εννοηθεί από αυτούς που μας ακούγανε, ότι με βοήθησαν αρκετά και εγώ ήμουν αχάριστος. Μάλιστα αναφέρθηκε και στην βραδιά που έχει γίνει στο Κορτσόπον για την ιστοσελίδα.
Μία στιγμή σκέφθηκα, «αν αυτοί οι άνθρωποι μου έβρισκαν δουλειές, αν μου έδιναν λεφτά, αν είχαν μοιραστεί κάτι μαζί μου, και τί δεν θα μού μετρούσανε άραγε?». Επί είκοσι χρόνια να μένω παράνομος στην χώρα αυτή, να μην μπορώ να βγω καλά καλά έξω από το μικρό δωματιάκι μου ώστε να πάρω αέρα, να μην μπορώ να κυνηγήσω δουλειά, να μην μπορώ να ταξιδέψω άνετα, μέχρι και πέρσι να οδηγώ χωρίς δίπλωμα, τόσα χρόνια να τρέμω όταν έβλεπα αστυνόμο και αυτοί να ισχυρίζονται ότι με βοήθησαν. ναι βοήθησαν για να σκοτωθούν τα όνειρα μου. Μπορεί να φανταστεί κανείς το τι θα πει το να μην μπορέσει κανείς να κάνει σχέδια για το μέλλον του και το μέλλον των παιδιών του; Μου κάνανε να ξεχάσω να ονειρευτώ. Εξαιτίας τους θα ψοφήσουμε οικογενειακά στους δρόμους.
Δεν χρωστάω σε κανέναν και δεν διαπραγματεύομαι την αξιοπρέπειά μου
Εδώ θέλω να ξεκαθαρίσω κάποια πράγματα, απευθυνόμενος σε όλους που με γνωρίζουν από κοντά ή εξ αποστάσεως: στη ζωή μου δεν έγινα γλύφτης κανενός, δεν με τάισε κανείς, δεν μοιράστηκα κονδύλια με κανέναν και γι’ αυτό δεν φοβάμαι κανέναν. Είμαι ένας άνθρωπος που μέχρι σήμερα, εργαζόμενος σκληρά, δουλεύοντας κάτω από 45 – 55 βαθμούς ζέστη επάνω στις σκεπές, έβγαλα το ψωμάκι μου και με τον ιδρώτα μου πλήρωσα τον αγώνα μου. Πολλοί άγνωστοι, στέλνοντας μήνυμα στην ηλεκτρονική μου διεύθυνση, μου ζήτησαν να με βοηθήσουν. Δεν δέχτηκα κανενός προσφορά. Μερικά από αυτά τα μηνύματα που έλαβα, μπορεί και να στάλθηκαν για να με δοκιμάσουν κάποιοι, ώστε να δουν αν δέχομαι λεφτά από πουθενά ή όχι. Το υποψιάζομαι αυτό, διότι μερικοί από αυτούς μου λέγανε ότι είναι επαγγελματίες σε θέματα διαδικτύων ιστοσελίδων, κλπ. Τους ζητούσα βοήθεια για να σταματήσω την επίθεση που δέχομαι εδώ και χρόνια από Τούρκους Χάκερς και αυτοί εξαφανιζόντουσαν. Εδώ και χρόνια ζω στην Νέα Μάκρη. Ούτε σεράγια έχω ούτε βίλλες. Και την άδεια παραμονής που μου έδωσε αυτή η χώρα τα τελευταία δύο χρόνια, την πλήρωσα ακριβά. Εδώ και δύο χρόνια, βιώνω την οικονομική κρίση βαθιά. Παρ’ όλες αυτές τις δυσκολίες, αγωνίστηκα και θα συνεχίζω να αγωνίζομαι για την μητρική μου γλώσσα.
Όσο για τους φίλους και τους εκλεκτούς που μου συμπεριφέρθηκαν με αυτό τον απαξιωτικό τρόπο, τσαλαπατώντας την υπερηφάνεια μου, και απειλώντας με, με την κυνική γλώσσα της μελλοντικής κυβερνητικής ισχύος, από εδώ και στο εξής θα αναφέρω αυτό το συμβάν, όπου κι αν βρεθώ, όπου θα συναντώ ανθρώπους, μέχρι να έρθει ο κύριος που με κατηγόρησε ως «Ψεύτη» να μου ζητήσει συγγνώμη.
Για να συνειδητοποιήσουν, ότι και ο μετανάστης έχει αξιοπρέπεια. Και νιώθει να ξευτελίζεται όταν τον απειλούν με απέλαση επειδή έχει τα θάρρος να αποκαλύπτει την πρόστυχη και υποκριτική συμπεριφορά κάποιων ποντιοκάπηλων πολιτευτών, απέναντι στους τελευταίους Πόντιους μετανάστες πρώτης γενναίας.
Η αλληλεγγύη απέναντι στους Ελληνόφωνους της Τουρκίας πρέπει να είναι στάση ζωής και βίωμα. Δεν μπορεί οι θύτης τέως υπουργός δημόσιας τάξης να εμφανίζεται στα λόγια αλληλέγγυος με τα θύματά του και οι φίλοι του να με απειλούν επειδή τολμάω να πω την αλήθεια...
Αυτή είναι η αυτοκριτική πού κάνανε για την αλαζονεία της εξουσίας τους; Μ' αυτή την νοοτροπία, με ψέματα και με απειλές ζητούν να ξανακυβερνήσουν;
Αν δεν σας αρέσει, εδώ είμαι... είτε Νεοδημοκράτες είστε στην εξουσία, είτε Πασοκτζήδες , σε περίπτωση πού καταφέρετε να με διώξετε από την χώρα, ίσως κάνετε και κάτι καλό , άθελά σας: Ίσως έτσι να σας γνωρίσουν καλύτερα οι πατριώτες μου, που θα το μάθουν στον Πόντο, και στο μέλλον να μην σας εμπιστεύονται και να είναι πιο προσεκτικοί απέναντι σας.
Δεν με καλωσόρισε κανείς
Όταν έφτασα στο χολ, δίπλα στην είσοδο της αίθουσας της παλαιάς βουλής, όπου γινόταν και η υποδοχή των εκλεκτών (?) ατόμων, παρέμεινα εκεί όρθιος για λίγο. Παρατήρησα χαιρετισμούς, χαμόγελα προς τους εκλεκτούς προσκεκλημένους, αγκαλιές, κλπ. Εγώ έμεινα εκεί όρθιος, σαν να ήμουν ένας τυχαίος περαστικός. «Ε , δεν με γνωρίζει κανένας από την νεολαία» σκέφθηκα. Αφού δεν είχα να μοιραστώ κάτι με ανθρώπους που δεν με γνώριζαν, αναγκάστηκα να πάω να κάτσω κάπου ώστε να παρακολουθήσω την εκδήλωση. Στο χολ υπήρξε ένα τραπέζι στο οποίο καθόταν μία κοπέλα η οποία ήταν υπεύθυνη εκεί και μοίραζε ακουστικά. Πήγα και της ζήτησα ακουστικά και εγώ. Παρόλο που ερωτούσε την ταυτότητα του καθενός για να σημειώσει σε ποίον έδωσε ακουστικά, εμένα μου έδωσε τα ακουστικά και χωρίς να με ρωτήσει, στη λίστα έγραψε «Βάιος από Νέα Μάκρη». Ίσως εγώ πρώτη φορά να την έχω συναντήσει. Δεν την γνώριζα. Αλλά εκείνη φάνηκε πως με γνώριζε καλά, μέχρι και που μένω ήξερε. Εγώ δεν έχω ανάγκη από ψευδοχαμόγελα, ούτε από υποδοχές. Άλλωστε δεν μου αρέσουν και τα χάδια, ακόμη και η πολλή επαφή με τον κόσμο, αλλά μου έκανε εντύπωση το ποιούς υποδέχονται και ποιούς όχι. «Δεν πειράζει» είπα από μέσα μου και πήγα κάθισα σε μία θέση που βρήκα άδεια στην πίσω πλευρά της αίθουσας. Παρακολούθησα με προσοχή όλη την εκδήλωση, άκουσα όλους τους ομιλητές. Ανακοινώθηκε διάλειμμα για πέντε λεπτά. Βγήκα έξω κάπνισα ένα τσιγάρο και ξαναμπήκα μέσα. Άρχισαν να μιλούν οι πολιτικοί. Μέσα σε αυτούς ήταν και ο πρώην Υπουργός Δημόσιας Τάξης, ο Χρυσοχοΐδης.
Τιμήθηκα ως Ψεύτης
Παρόλο που δεν ήθελα, τον άκουσα αρκετά. Μία στιγμή, άρχισε να μιλάει για τους Ελληνόφωνους Πόντιους της Τουρκίας. Εκεί αναζωπυρώθηκαν οι πικρίες πού είχα και πήρα φωτιά. Σηκώθηκα κα ζήτησα λόγο για ερώτηση, αφού δίνανε και σε κάποιους άλλους. Τον ρώτησα: «Κύριε Χρυσοχοΐδη, είμαι ένας Πόντιος από την Τραπεζούντα και σας ακούω τελευταία να μιλάτε δεξιά αριστερά για μας, για Ελληνόφωνους του Πόντου, γιατί τότε όταν ήσασταν Υπουργός Δημόσιας Τάξης, πήγατε να μας διώξετε?». Μία στιγμή είχε πάθει σοκ ο άνθρωπος. Δεν περίμενε τέτοια ερώτηση. Φάνηκε πώς μέχρι τότε δεν του το ρώτησε κανένας δημοσίως. Το πρόσωπο του είχε αλλάξει χρώμα. Απαντάει ο Χρυσοχοΐδης: «αυτά που λέτε είναι ψευδή και μην ξανά λέτε τέτοια ψέματα». Δεν πίστευα στην απάντηση που πείρα. Αφού μέσα σε αυτούς που κατάφερε να διώξει, ήταν και ο αδελφός μου. Εγώ έγινα ψεύτης και αυτός σωστός. Μα το γεγονός, το είχαν γράψει σχεδόν όλες οι εφημερίδες. Διακόσιοι εξήντα περίπου πρυτάνεις, καθηγητές, κλπ. πανεπιστημίου είχαν υπογράψει για να μην απελαθούν οι φοιτητές. Δήλωσαν ότι θα τους δώσουν πανεπιστημιακό άσυλο, κλπ. Δηλαδή ολόκληρη φασαρία είχε βγει τότε. Συνολικά για οκτώ φοιτητές είχε παρθεί απόφαση απέλασης, ενώ είχαν άδεια παραμονής. Και τα παιδιά αυτά, σπουδάζανε σε διάφορα Ελληνικά πανεπιστήμια. Τους φέρανε εδώ στην Ελλάδα, άτομα που ήταν μέσα του ΠΑΣΟΚ. Ένας από αυτά τα παιδιά, ήταν και ο Fethi Gultepe, που σήμερα και αυτός, όπως και άλλα παιδιά, δεν έχουν άδεια παραμονής.
Τον αδελφό μου τον έδιωξαν με έναν χυδαίο τρόπο. Έχοντας άδεια παραμονής ο άνθρωπος, όπως και ο κάθε αλλοδαπός, είχε πάει για να επισκεφτεί την πατρίδα του. Στον γυρισμό, εδώ στο αεροδρόμιο στην Αθήνα, τον σταματήσανε. «Τουρσούν ε... περίμενε εκεί στην άκρη» του είπε ο αστυνομικός. Φαίνεται πώς είχε ειδοποιηθεί για το επίθετο μου ο τύπος. Ήξερε το «Τουρσούν». Τελικά με ειδοποίησε με τηλέφωνο ο αδελφός μου και εγώ με τη σειρά μου, ειδοποίησα κάποια άτομα που γνώριζα στην τότε Ομοσπονδία ΟΠΣΝΕ. Μόλις κατάλαβα ότι δεν θα τον αφήσουν, ζήτησα από Πόντιους γνωστούς να μαζευτούμε και να διαμαρτυρηθούμε στο αεροδρόμιο, ώστε να αφήσουν τον αδελφό μου ελεύθερο για να μπει μέσα. Εμείς από την Νέα Μάκρη, όλοι όσοι είχαμε έρθει από την Τραπεζούντα μαζευτήκαμε και πήγαμε στο αεροδρόμιο. Από τους Ελλάδιτες αυτοί που ήρθαν, όλοι κι όλοι ήταν τρία άτομα. Ό ένας από αυτούς, φάνηκε πώς είχε φιλική σχέση με τον κ. Ευσταθιάδη, ο οποίος ήταν διευθυντής του γραφείου υπουργού δημόσιας τάξης. Του λέει στο τηλέφωνο: «Τάκη, αυτοί εδώ φαίνεται πώς είναι αποφασισμένοι να δημιουργήσουν φασαρίες, αφήστε το παιδί να μπει μέσα.». Του απαντάει αρνητικά ο κ. Δημήτρης Ευσταθιάδης. Μόλις κατάλαβα ότι τα πράγματα είναι σοβαρά, καλώ στο τηλέφωνο διάφορα τηλεοπτικά κανάλια και τους ενημερώνω για το γεγονός. Σε κάμποσα λεπτά, είχαν φτάσει τέσσερα κανάλια στο αεροδρόμιο για να βιντεοσκοπήσουν τις φασαρίες. Μόλις παρατήρησε τους δημοσιογράφους ο διευθυντής του αεροδρομίου, έδωσε εντολή στους αστυνομικούς, που μέχρι τότε μας συμπεριφερόντουσαν σκληρά, να χαλαρώσουν , ώστε να μας απομακρύνουν από την είσοδο του αεροδρομίου. Μάς κάλεσε για να συμβιβαστεί μαζί μας. Πήγαμε λοιπόν στο γραφείο του. Μας είπε: «παιδιά ακούστε, εδώ είναι ένας κράτος με νόμους, κλπ. Να μην το εξευτελίζουμε. Αφού βγήκε απόφαση για την απέλαση του, ας πάει και αύριο ας πάρει την βίζα του από το Ελληνικό προξενείο και ας γυρίσει πίσω. Μία μέρα, μόνο, θα χάσετε. Δεν χάθηκε και ο κόσμος.». Η αλήθεια είναι ότι εμείς πιεστήκαμε. Αφήσαμε τον αδελφό μου εκεί και αποχωρίσαμε. Ο αδελφός μου απελάθηκε. Την άλλη μέρα ο αδελφός μου πάει στο Ελληνικό προξενείο της Κωνσταντινούπολης για να πάρει την βίζα του όπως μας είχαν πει. Του είπαν από το προξενείο: «φιλέ, το διαβατήριο σου είναι σφραγισμένο και έχεις απαγόρευση εισόδου για πέντε χρόνια στην Ελλάδα.». Έπαθε σοκ το παιδί. Με παίρνει τηλέφωνο και αρχίζει να μου τα μετράει. Έπαθα και εγώ το σοκ μου αλλά πλέον δεν είχα να κάνω κάτι. Όσο προσπάθησα με γνωριμίες που είχα, δεν κατάφερα τίποτα, ώστε να πάρει βίζα για να ξαναέρθει πίσω ο αδελφός μου.
Αυτός λοιπόν ο κύριος που μας έκανε όλα αυτά, με κατηγόρησε ως ψεύτη και έτσι άρχισα να φωνάζω στην αίθουσα. Τελικά βγαίνω έξω. Μόλις είδε ο Χρυσοχοΐδης ότι βγήκα έξω, αφού είχε χάσει και ο εγκέφαλος του τον έλεγχο πια, γυρίζει και διαψεύδει ο ίδιος τον εαυτό του μέσα σε ξένους προσκεκλημένους. Είπε λοιπόν: «κάποια ζητήματα είναι λεπτά και για λόγους κρατικών συμφερόντων δεν λέγονται εδώ». Άρα ήθελε να πει, αν δεν κάνω λάθος, για κρατικά συμφέροντα πήγε να μας διώξει. Δηλαδή τα μπέρδεψε ο καημένος. Να σας πω, «τον λυπήθηκα» αν θέλετε την αλήθεια. Γιατί ξέρω πάρα πολύ καλά ότι αυτός ήταν απλά ένα όργανο που εκτελούσε την εντολή της κυβέρνησης του. Ο Γιώργος Παπανδρέου, ο οποίος τότε ήταν υπουργός εξωτερικών τα είχε κανονίσει, συνεννοούμενος με τον τότε Τούρκο ομόλογο του τον Ισμαίλ Τζέμ. Αλλά εδώ θέλω να ρωτήσω τώρα, «κύριε Χρυσοχοΐδη, ποια ήταν αυτά τα κρατικά συμφέροντα? Στο φτωχό μου μυαλό τρία πράγματα έρχονται.
- Το πρώτο είναι ότι φοβηθήκατε τους Τούρκους και μας πουλήσατε.
- Το δεύτερο είναι ότι τα πήρατε και μας πουλήσατε.
- Το τρίτο και τελευταίο είναι ότι όλους εμάς, μας θεωρήσατε κατάσκοπους. Ποιο από αυτά τα ενδεχόμενα ήταν η αιτία που δεν μπόρεσες να πεις?».
Με κατηγόρησαν για στημένο παιχνίδι και με απείλησαν.
Το σκηνικό δεν είχε τελειώσει με την έξοδό μου από την αίθουσα. Όλοι οι Πασοκτζήδες πήραν φωτιά. Εκεί έξω με πρόλαβε ένας φίλος μου (?) και μου έβαλε τις φωνές. «Βαχίτ τι ήταν αυτό το στημένο παιχνίδι που έπαιξες?» μου είπε. Δεύτερο σοκ και εκεί λοιπόν, από έναν που για πολλά χρόνια γνωριζόμασταν. Εγώ έβγαλα τον πόνο μου και το παράπονό μου, κι αυτός με κατηγορούσε ότι το έκανα καθ υπαγόρευση και από σκοπιμότητα. Ίσως, εξ ιδίων να έκρινε τα αλλότρια…. Συνεχίζοντας την κουβέντα του φωνάζοντας, λες κι ήμουν ένα μικρό παιδί, μου λέει: «το ΠΑΣΟΚ αύριο θα είναι εξουσία. Τί θα κάνεις τότε;». Δηλαδή άφησε να εννοηθεί ότι μόλις έρθουν στην εξουσία, μπορεί να με διώξουν. Σίγουρα φαντάστηκε ότι χέστικα από τον φόβο μου. Φαίνεται πώς ακόμη κανείς δεν με γνωρίζει καλά. Εγώ αν ήμουν ένας φοβητσιάρης, δεν θα αγωνιζόμουν τόσα χρόνια απέναντι σε έναν κρατικό τέρας που λέγεται Τουρκία, ζώντας κιόλας σε απαράδεκτες συνθήκες εδώ στην Ελλάδα. Εγώ που τόσα χρόνια, δίνοντας έναν αγώνα δέχτηκα βρισιές, λασπολογίες, απειλές από άγνωστους τύπους που ξέρανε μέχρι και την διεύθυνση του σπιτιού μου και δεν φοβήθηκα, θα φοβηθώ την εξουσία του ΠΑΣΟΚ...
Μόλις είχα γλιτώσει από τις μομφές του σεβαστού φίλου μου λοιπόν, απευθύνεται προς εμένα κάποιος άλλος που μάλλον παλαιά ήταν και αυτός στην ΟΠΣΝΕ. «Τόσες μέρες χάσαμε και τόσες νύχτες δεν κοιμηθήκαμε για σένα και εσύ μας τα κάνεις αυτά. Σε βοηθήσαμε τόσο ώστε να μην σε διώξει κανείς, άλλο τί θες?» μου λέει με έναν άγριο ύφος. Τον είχα συναντήσει πολλές φορές αλλά δεν έτυχε να γνωριστούμε τόσο καλά από κοντά. Με τον κύριο αυτόν, δεν θυμάμαι και αν καθίσαμε σε ένα τραπέζι και φάγαμε μαζί. Γιατί δεν κοιμήθηκε για μένα δεν το ξέρω. Πάντως με αυτά που μου μέτρησε, ήθελε να εννοηθεί από αυτούς που μας ακούγανε, ότι με βοήθησαν αρκετά και εγώ ήμουν αχάριστος. Μάλιστα αναφέρθηκε και στην βραδιά που έχει γίνει στο Κορτσόπον για την ιστοσελίδα.
Μία στιγμή σκέφθηκα, «αν αυτοί οι άνθρωποι μου έβρισκαν δουλειές, αν μου έδιναν λεφτά, αν είχαν μοιραστεί κάτι μαζί μου, και τί δεν θα μού μετρούσανε άραγε?». Επί είκοσι χρόνια να μένω παράνομος στην χώρα αυτή, να μην μπορώ να βγω καλά καλά έξω από το μικρό δωματιάκι μου ώστε να πάρω αέρα, να μην μπορώ να κυνηγήσω δουλειά, να μην μπορώ να ταξιδέψω άνετα, μέχρι και πέρσι να οδηγώ χωρίς δίπλωμα, τόσα χρόνια να τρέμω όταν έβλεπα αστυνόμο και αυτοί να ισχυρίζονται ότι με βοήθησαν. ναι βοήθησαν για να σκοτωθούν τα όνειρα μου. Μπορεί να φανταστεί κανείς το τι θα πει το να μην μπορέσει κανείς να κάνει σχέδια για το μέλλον του και το μέλλον των παιδιών του; Μου κάνανε να ξεχάσω να ονειρευτώ. Εξαιτίας τους θα ψοφήσουμε οικογενειακά στους δρόμους.
Δεν χρωστάω σε κανέναν και δεν διαπραγματεύομαι την αξιοπρέπειά μου
Εδώ θέλω να ξεκαθαρίσω κάποια πράγματα, απευθυνόμενος σε όλους που με γνωρίζουν από κοντά ή εξ αποστάσεως: στη ζωή μου δεν έγινα γλύφτης κανενός, δεν με τάισε κανείς, δεν μοιράστηκα κονδύλια με κανέναν και γι’ αυτό δεν φοβάμαι κανέναν. Είμαι ένας άνθρωπος που μέχρι σήμερα, εργαζόμενος σκληρά, δουλεύοντας κάτω από 45 – 55 βαθμούς ζέστη επάνω στις σκεπές, έβγαλα το ψωμάκι μου και με τον ιδρώτα μου πλήρωσα τον αγώνα μου. Πολλοί άγνωστοι, στέλνοντας μήνυμα στην ηλεκτρονική μου διεύθυνση, μου ζήτησαν να με βοηθήσουν. Δεν δέχτηκα κανενός προσφορά. Μερικά από αυτά τα μηνύματα που έλαβα, μπορεί και να στάλθηκαν για να με δοκιμάσουν κάποιοι, ώστε να δουν αν δέχομαι λεφτά από πουθενά ή όχι. Το υποψιάζομαι αυτό, διότι μερικοί από αυτούς μου λέγανε ότι είναι επαγγελματίες σε θέματα διαδικτύων ιστοσελίδων, κλπ. Τους ζητούσα βοήθεια για να σταματήσω την επίθεση που δέχομαι εδώ και χρόνια από Τούρκους Χάκερς και αυτοί εξαφανιζόντουσαν. Εδώ και χρόνια ζω στην Νέα Μάκρη. Ούτε σεράγια έχω ούτε βίλλες. Και την άδεια παραμονής που μου έδωσε αυτή η χώρα τα τελευταία δύο χρόνια, την πλήρωσα ακριβά. Εδώ και δύο χρόνια, βιώνω την οικονομική κρίση βαθιά. Παρ’ όλες αυτές τις δυσκολίες, αγωνίστηκα και θα συνεχίζω να αγωνίζομαι για την μητρική μου γλώσσα.
Όσο για τους φίλους και τους εκλεκτούς που μου συμπεριφέρθηκαν με αυτό τον απαξιωτικό τρόπο, τσαλαπατώντας την υπερηφάνεια μου, και απειλώντας με, με την κυνική γλώσσα της μελλοντικής κυβερνητικής ισχύος, από εδώ και στο εξής θα αναφέρω αυτό το συμβάν, όπου κι αν βρεθώ, όπου θα συναντώ ανθρώπους, μέχρι να έρθει ο κύριος που με κατηγόρησε ως «Ψεύτη» να μου ζητήσει συγγνώμη.
Για να συνειδητοποιήσουν, ότι και ο μετανάστης έχει αξιοπρέπεια. Και νιώθει να ξευτελίζεται όταν τον απειλούν με απέλαση επειδή έχει τα θάρρος να αποκαλύπτει την πρόστυχη και υποκριτική συμπεριφορά κάποιων ποντιοκάπηλων πολιτευτών, απέναντι στους τελευταίους Πόντιους μετανάστες πρώτης γενναίας.
Η αλληλεγγύη απέναντι στους Ελληνόφωνους της Τουρκίας πρέπει να είναι στάση ζωής και βίωμα. Δεν μπορεί οι θύτης τέως υπουργός δημόσιας τάξης να εμφανίζεται στα λόγια αλληλέγγυος με τα θύματά του και οι φίλοι του να με απειλούν επειδή τολμάω να πω την αλήθεια...
Αυτή είναι η αυτοκριτική πού κάνανε για την αλαζονεία της εξουσίας τους; Μ' αυτή την νοοτροπία, με ψέματα και με απειλές ζητούν να ξανακυβερνήσουν;
Αν δεν σας αρέσει, εδώ είμαι... είτε Νεοδημοκράτες είστε στην εξουσία, είτε Πασοκτζήδες , σε περίπτωση πού καταφέρετε να με διώξετε από την χώρα, ίσως κάνετε και κάτι καλό , άθελά σας: Ίσως έτσι να σας γνωρίσουν καλύτερα οι πατριώτες μου, που θα το μάθουν στον Πόντο, και στο μέλλον να μην σας εμπιστεύονται και να είναι πιο προσεκτικοί απέναντι σας.
πηγή : e-pontos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου